Η παντοδυναμία της εικόνας, ο Κούντερα και το προσωπείο του γέλιου

Enter the rabbit's lair...

Ο Μίλαν Κούντερα και το προσωπείο του γέλιου - παρουσίαση από το Φονικό Κουνέλι / Milan Kundera, the mask of the laughing faces

Το σκεφτόμουν τον τελευταίο καιρό, καθώς βρέθηκα στη δυσάρεστη κατάσταση να παρακολουθήσω λίγο ελληνική τηλεόραση. Ζούμε στην εποχή της εικόνας – μια εικόνα κυρίαρχη παντού, από τα social media ως τον χώρο της πολιτικής. Εκείνο που προέχει είναι η παρουσία μιας λαμπερής περσόνας κι ενός λόγου που μοιάζει περισσότερο με διαφημιστικό σλόγκαν. Τίτλοι, λεζάντες και μια λευκή χαμογελαστή οδοντοστοιχία. Τα περιεχόμενα εξοβελίζονται και η ουσία παραμερίζεται για χάρη της εύκολης εντύπωσης – με μια γενναία δόση κουτσομπολιού, τέτοια που ταιριάζει στην ηδονοθηρική αναζήτηση των καιρών. Αυτή είναι η κοινωνική πραγματικότητά μας.

Το φαινόμενο δεν είναι καινούργιο: η μαζική κοινωνία του εικοστού αιώνα ανέδειξε το φαινόμενο της εικονιστικής επιρροής σχεδόν σε τέχνη – όπως αποκάλυψε η δύναμη της μαζικής πολιτικής χειραγώγησης, μεταξύ άλλων. Εκείνο όμως που φέρνει η νεότερη εποχή είναι η επέκταση του φαινομένου, μέσω της σταδιακής πτώχευσης του λόγου (από τον πολιτικό λόγο ως τον προσωπικό λόγο της καθημερινότητας) και της αντικατάστασής του από τη γρήγορη εντύπωση – που κινείται πλέον σε ρυθμούς ενός “κλικ” στις οθόνες μας.

Και αν δεν είμαστε τίποτα άλλο πέρα από την εικόνα μας; Αν κάθε υποψία περιεχομένου συνιστά μια προσεκτικά δομημένη απάτη; Γιατί να σκάβουμε βαθύτερα;

Αυτά σκεφτόμουν, μεταξύ άλλων… και στο μυαλό μου ήρθε ο Μίλαν Κούντερα. Ο Κούντερα που είχε θέσει ανάλογες προβληματικές στο έργο του – ιδιαίτερα στο μυθιστόρημά του “Αθανασία”.

Μεταξύ άλλων, το μυθιστόρημα περιλαμβάνει ένα απόσπασμα που είχε καρφωθεί στο νου μου από την πρώτη φορά που το διάβασα, πριν είκοσι περίπου χρόνια – τον καιρό που έκανα τις πρώτες μου ενήλικες εξορμήσεις στον χώρο της λογοτεχνίας. Το απόσπασμα αναφέρεται στη διαρκή παρουσία του “γελαστού προσώπου” στους πολιτικούς των νεότερων καιρών – με πρώτο χαρακτηριστικό παράδειγμα τον απαστράπτοντα Τζον Κένεντι, ο οποίος “γελούσε σε όλες του τις φωτογραφίες”.

Ξεκινώντας από το παράδειγμα του Κένεντι, ο Κούντερα επιχειρεί στη συνέχεια μια ενδιαφέρουσα εμβάθυνση στην ιστορία της τέχνης – και τονίζει πως το γέλιο δεν υπήρξε ποτέ ο κανόνας στην καλλιτεχνική απεικόνιση των προσώπων. Στο γέλιο, “την πιο δημοκρατική από όλες τις εκφράσεις του προσώπου”, γινόμαστε “όλοι ίδιοι”. Το γέλιο αποτελεί ένα αντανακλαστικό ξέσπασμα – και ως τέτοιο απευθύνεται όχι στον ορθολογισμό, μα στα ένστικτά μας. Η ατομικότητα εξαλείφεται για χάρη μιας κοινής μάσκας.

Η ανάλυση του Κούντερα συνιστά, αναμφίβολα, αφορμή για σκέψη – ανεξάρτητα αν συμφωνούμε ή όχι. Διαβάζοντας ξανά το κείμενο, μετά από χρόνια, δεν μπόρεσα παρά να κάνω μια αντιπαραβολή με τους καιρούς μας – και να σκεφτώ πως το γέλιο, ως κυρίαρχο πλέον πρότυπο, ξεχειλίζει παντού γύρω μας: στις οθόνες, στις τηλεοράσεις, στις φωτογραφίες. Αληθινό ή ψεύτικο, δεν έχει σημασία: το γέλιο “οφείλει” να είναι παντού.

Μα αν το γέλιο περισσεύει… δεν θα λέγαμε το ίδιο για την ομορφιά.

Ακολουθούν το συγκεκριμένο απόσπασμα του Μίλαν Κούντερα από την “Αθανασία” – και άλλα δύο, που συμπληρώνουν την προβληματική μας: τελικά είμαστε κάτι πέρα από την εικόνα μας ή όχι; Η πρωταγωνίστρια πάντως του βιβλίου του δηλώνει απερίφραστα: όχι – το ίδιο το πρόσωπό μου… δεν είμαι εγώ.

Η σκυτάλη στον Μίλαν Κούντερα – που έφυγε πρόσφατα, μα άφησε πίσω του το πολυτιμότερό του κληροδότημα: τον λόγο του.

Μίλαν Κούντερα: το προσωπείο του γέλιου

«ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΤΟΥ ΕΠΕΣΕ ΤΟΥ ΡΟΥΜΠΕΝΣ στα χέρια μια παλιά συλλογή φωτογραφιών του προέδρου Τζων Κένεντι: τίποτα παραπάνω από έγχρωμες φωτογραφίες, καμιά πενηνταριά τουλάχιστον, και σε όλες (σε όλες, χωρίς εξαίρεση!) ο πρόεδρος γελούσε. Δεν χαμογελούσε, όχι – γελούσε! Το στόμα του ήταν ανοιχτό και αποκάλυπτε τα δόντια. Δεν υπάρχει τίποτα ασυνήθιστο σ’ αυτό, έτσι είναι οι φωτογραφίες σήμερα, αλλά ο Ρούμπενς έμεινε εντούτοις έκπληκτος διαπιστώνοντας ότι ο Κένεντι γελούσε σε όλες τις φωτογραφίες, ότι το στόμα του ποτέ δεν ήταν κλειστό.

Μερικές μέρες αργότερα, πήγε στη Φλωρεντία. Όρθιος μπροστά στον Δαυίδ του Μιχαήλ Άγγελου φαντάστηκε αυτό το μαρμάρινο πρόσωπο εξίσου ιλαρό μ’ εκείνο του Κένεντι. Ο Δαυίδ, αυτό το απαράμιλλο της ανδρικής ομορφιάς, είχε ξαφνικά το ύφος ενός ηλιθίου! Από τότε, πήρε τη συνήθεια να τοποθετεί νοερά ένα γελαστό στόμα πάνω στα πρόσωπα των διάσημων πινάκων. Ήταν ένα ενδιαφέρον πείραμα: ο μορφασμός του γέλιου ήταν ικανός να καταστρέψει όλους τους πίνακες! Φανταστείτε, αντί για το αμυδρό χαμόγελο της Τζοκόντας, ένα γέλιο που να της ξεγυμνώνει τα δόντια και τις μασέλες!

Παρ’ όλο που ήταν εξοικειωμένος με τις πινακοθήκες, στις οποίες αφιέρωνε το ουσιώδες του χρόνου του, ο Ρούμπενς χρειάστηκε να περιμένει τις φωτογραφίες του Κέννεντυ για να καταλάβει αυτό το ολοφάνερο: από την Αρχαιότητα ως τον Ραφαήλ, ίσως και ως τον Ένγκρ, οι μεγάλοι ζωγράφοι και γλύπτες απέφυγαν να απεικονίσουν το γέλιο, ακόμα και το χαμόγελο. Είναι αλήθεια ότι τα πρόσωπα των ετρουσκικών αγαλμάτων είναι όλα χαμογελαστά, αλλά το χαμόγελο αυτό δεν είναι μια μιμητική, μια άμεση αντίδραση σε μια κατάσταση, είναι η διαρκής κατάσταση του προσώπου που ακτινοβολεί από αιώνια μακαριότητα. Για τους αρχαίους γλύπτες, όπως και για τους ζωγράφους των μεταγενέστερων εποχών, το ωραίο πρόσωπο δεν ήταν νοητό παρά μόνο στην ακινησία του.

Τα πρόσωπα δεν έχαναν την ακινησία τους, τα στόματα δεν άνοιγαν παρά μόνο αν ο ζωγράφος ήθελε να συλλάβει το κακό. Ή το κακό του πόνου: γυναίκες σκυμμένες πάνω στο πτώμα του Ιησού• το ανοιχτό στόμα μιας μητέρας στη Σφαγή των Αθώων του Πουσσέν. Ή το κακό ως διαστροφή: Αδάμ και Εύα του Χολμπάιν. Η Εύα έχει το πρόσωπο φουσκουνιασμένο και το μισάνοιχτο στόμα αφήνει να φανούν τα δόντια που μόλις τραγάνισαν το μήλο. Δίπλα της, ο Αδάμ είναι ακόμα ένας άνθρωπος του πριν από το αμάρτημα: έχει ήρεμο πρόσωπο, στόμα κλειστό.

Στην Αλληγορία των διαστροφών του Κορέζ, όλοι χαμογελούν! Για να εκφράσει τη διαστροφή, ο ζωγράφος χρειάστηκε να κλονίσει την αθώα ακινησία των προσώπων, να τραβήξει τα στόματα, να παραμορφώσει τα χαρακτηριστικά με το χαμόγελο. Ένα μόνο πρόσωπο γελάει στον πίνακα: ένα παιδί! Αλλά το γέλιο του δεν είναι εκείνο της ευτυχίας, έτσι όπως το επιδεικνύουν τα πιτσιρίκια που διαφημίζουν στις φωτογραφίες μια μάρκα σοκολάτας η πάνες. Αυτό το παιδί γελάει επειδή είναι διεφθαρμένο!

Gypsy Girl by Frans Hals

Gypsy Girl by Frans Hals

Adam and Eve by Hans Holbein

Adam and Eve by Hans Holbein

Το γέλιο δεν γίνεται αθώο παρά στους Ολλανδούς: ο Γελωτοποιός του Χάλς ή η Τσιγγάνα του. Γιατί οι ζωγράφοι του ολλανδικού γένους είναι οι πρώτοι φωτογράφοι• τα πρόσωπα που ζωγραφίζουν είναι πέρα από το ωραίο και το άσχημο. […]

Πώς, όμως, να εξηγήσει κανείς ότι οι μεγάλοι ζωγράφοι απέκλεισαν το γέλιο από το βασίλειο της ομορφιάς;

Ο Ρούμπενς είπε μέσα του: το πρόσωπο είναι ωραίο όταν αντανακλά την παρουσία μιας σκέψης, ενώ η στιγμή του γέλιου είναι μια στιγμή που δεν σκεφτόμαστε. Αλλά είναι αλήθεια; Το γέλιο δεν είναι αυτή η αστραπή του συλλογισμού την ώρα που συλλαμβάνει το κωμικό; Όχι, είπε στον εαυτό του ο Ρούμπενς: τη στιγμή που συλλαμβάνει το κωμικό, ο άνθρωπος δεν γελάει• το γέλιο ακολουθεί αμέσως μετά, σαν φυσική αντίδραση, σαν σπασμός από τον όποιο κάθε σκέψη απουσιάζει. Το γέλιο είναι ένας σπασμός του προσώπου και στον σπασμό ο άνθρωπος δεν ελέγχει τον εαυτό του, καθώς ο ίδιος ελέγχεται από κάτι που δεν είναι ούτε η θέληση ούτε η λογική. Να γιατί ο αρχαίος γλύπτης δεν παρουσίαζε το γέλιο. Ο άνθρωπος που δεν ελέγχεται (ο πέρα από τη λογική, πέρα από τη θέληση άνθρωπος) δεν μπορούσε να θεωρηθεί ωραίος.

Αν η εποχή μας, σε αντίθεση με το πνεύμα των μεγάλων ζωγράφων, έκανε το γέλιο την ευνοημένη έκφραση του προσώπου, αυτό σημαίνει ότι η απουσία θέλησης και ορθού λόγου έχει γίνει η ιδανική κατάσταση του ανθρώπου. Θα μπορούσε κανείς να αντιτάξει ότι στα φωτογραφικά πορτραίτα ο σπασμός είναι προσομοιώδης, δηλαδή συνειδητός και ηθελημένος: ο Κέννεντυ που γελάει μπροστά στο φακό ενός φωτογράφου δεν αντιδρά καθόλου σε μια κατάσταση κωμική, αλλά πολύ συνειδητά ανοίγει το στόμα και αποκαλύπτει τα δόντια. Αυτό όμως απλώς αποδεικνύει ότι ο σπασμός του γέλιου (το πέραν του ορθού λόγου και της θέλησης) έχει αναχθεί από τους σημερινούς ανθρώπους σε ιδανική εικόνα πίσω από την οποία έχουν επιλέξει να κρυφτούν.

Ο Ρούμπενς σκέπτεται: το γέλιο είναι, απ’ όλες τις εκφράσεις του προσώπου, η πιο δημοκρατική: η ακινησία του προσώπου καθιστά απολύτως ευδιάκριτο καθένα από τα χαρακτηριστικά που μας διακρίνουν τους μεν από τους δε• στο σπασμό, όμως, είμαστε όλοι ίδιοι.

Ένας ανδριάντας του Ιουλίου Καίσαρος ξεκαρδισμένος στα γέλια είναι αδιανόητος. Αλλά οι Αμερικανοί πρόεδροι αναχωρούν για την αιωνιότητα κρυμμένοι πίσω από τον δημοκρατικό σπασμό του γέλιου.»

President Kennedy smiling and waving

Τελικά είμαστε η εικόνα μας μόνο και τίποτα άλλο;

«Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΙΠΟΤ’ ΑΛΛΟ από την εικόνα του. Οι φιλόσοφοι μπορούν να μας εξηγούν όσο θέλουν ότι λίγο ενδιαφέρει η γνώμη του κόσμου και ότι το μόνο που μετράει είναι αυτό που είμαστε. Αλλά οι φιλόσοφοι δεν καταλαβαίνουν τίποτα. Όσο ζούμε ανάμεσα στα ανθρώπινα όντα, θα είμαστε αυτό που τα ανθρώπινα όντα μας θεωρούν ότι είμαστε. Σε περνούν για πανούργο ή για επιτήδειο όταν αναρωτιέσαι αδιάκοπα πώς σε βλέπουν οι άλλοι, όταν πασχίζεις να δείχνεις όσο γίνεται πιο συμπαθής.

Υπάρχει όμως ανάμεσα στο δικό μου εγώ και σ’ εκείνο τού άλλου, κάποια άμεση επαφή χωρίς τη μεσολάβηση των ματιών; Είναι δυνατόν να σκεφθεί κανείς τον έρωτα χωρίς την αγωνιώδη καταδίωξη της ίδιας μας της εικόνας μέσα στη σκέψη του αγαπημένου προσώπου; Από τη στιγμή που δεν ενδιαφερόμαστε πια για το πως μας βλέπει ο άλλος, δεν τον αγαπάμε πια.

Είναι αφελής αυταπάτη να πιστεύουμε ότι η εικόνα μας είναι μία απλή εμφάνιση, πίσω από την οποία θα κρυβόταν η πραγματική ουσία του εγώ μας, ανεξάρτητη από τη ματιά του κόσμου. Με ριζικό κυνισμό, οι εικονολόγοι αποδεικνύουν ότι το αντίθετο αληθεύει: το εγώ μας είναι μια απλή εμφάνιση, ασύλληπτη, απερίγραπτη, μπερδεμένη, ενώ η μοναδική πραγματικότητα, σχεδόν πάρα πολύ εύκολη στο να τη συλλάβει και να την περιγράψει κανείς, είναι η εικόνα μας στα μάτια των άλλων.

Και το χειρότερο: δεν είσαι εσύ ο κύριός της. Στην αρχή δοκιμάζεις να τη ζωγραφίσεις μόνος σου, έπειτα να διατηρήσεις τουλάχιστον κάποια επιρροή απάνω της, να την ελέγξεις, αλλά ματαίως: αρκεί μια κακόβουλη φόρμουλα για να σε μεταμορφώσει για πάντα σε αξιοθρήνητη καρικατούρα».

Woman with a sad face holding laughing mask - pop art style illustration

Art by Dave McKean

Art by Dave McKean

Το πρόσωπό σου δεν είσαι εσύ

«ΌΤΑΝ ΒΑΖΕΙΣ ΔΙΠΛΑ ΔΙΠΛΑ ΤΙΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ δύο διαφορετικών προσώπων, σε εντυπωσιάζει αυτό που τα ξεχωρίζει. Αλλά όταν έχεις μπροστά σου διακόσια είκοσι τρία πρόσωπα, καταλαβαίνεις με μια ματιά ότι δεν βλέπεις παρά τις πολυάριθμες παραλλαγές ενός και μόνον προσώπου και ότι ποτέ, κανένα άτομο δεν έχει υπάρξει.

«Ανιές», είπε ο Πώλ και η φωνή του ξαφνικά έγινε πολύ σοβαρή, «το πρόσωπό σου δεν μοιάζει με κανένα άλλο».

Η Ανιές δεν πρόσεξε τον τόνο της φωνής του και χαμογέλασε.

«Μη χαμογελάς, Μιλάω σοβαρά. Όταν αγαπάς κάποιον, αγαπάς το πρόσωπό του και το κάνεις έτσι ολότελα διαφορετικό από τα άλλα.»

«Το ξέρω. Με γνωρίζεις από το πρόσωπό μου, με γνωρίζεις ως πρόσωπο, και ποτέ δεν με γνώρισες διαφορετικά. Έτσι δεν μπόρεσε να σου περάσει η ιδέα ότι το πρόσωπό μου δεν είμαι εγώ».

Ο Πωλ απάντησε με την καρτερική στοργή ενός γέρου γιατρού: «Πώς μπορείς να παριστάνεις ότι δεν είσαι το πρόσωπό σου; Ποιος βρίσκεται πίσω από το πρόσωπό σου;»

«Φαντάσου ότι έχεις ζήσει σ’ έναν κόσμο όπου δεν υπάρχουν καθρέφτες. Θα το είχες ονειρευτεί το πρόσωπό σου, θα το είχες φανταστεί σαν ένα είδος εξωτερικής αντανάκλασης αυτού που θα υπήρχε μέσα σου. Κι έπειτα, υπόθεσε ότι στα σαράντα σου χρόνια θα σου έτειναν έναν καθρέφτη. Φαντάσου τη φρίκη σου. Θα είχες δει ένα τελείως ξένο πρόσωπο. Και θα είχες καταλάβει καθαρά αυτό που αρνείσαι να παραδεχτείς: το πρόσωπό σου δεν είσαι εσύ.»

Τα αποσπάσματα από την “Αθανασία” του Μίλαν Κούντερα (Milan Kundera, “Nesmrtelnost”, 1988-90) σε μετάφραση Κ. Δασκαλάκη.

Για την εισαγωγή και παρουσίαση: το φονικό κουνέλι, Οκτώβρης 23. Βρίσκετε το Κουνέλι στο Facebook και στο Instagram: @fonikokouneli

Milan Kundera / Μίλαν Κούντερα

Tags: , , , , , , , , , , , , , , , , , ,

2 Responses

  1. Πίπη says:

    Δεν το έχω διαβάσει το συγκεκριμένο βιβλίο και αυτές οι απόψεις του Κούντερα, που μας παρουσίασες, μου φάνηκαν πολύ ενδιαφέρουσες. Το ότι το γέλιο ουσιαστικά δεν εκφράζει τον άνθρωπο, αλλά είναι ένα αντανακλαστικό κενό σκέψης και ουσίας, δεν το είχα σκεφτεί ποτέ, αλλά μου φαίνεται πολύ σωστό, τελικά. Μου άρεσε πολύ και το παράδειγμα που δίνει η Ανιές, για μια ζωή χωρίς καθρέφτες, όπου, μόλις δεις το πρόσωπό σου στον καθρέφτη δεν το αναγνωρίζεις, επειδή έχεις ο ίδιος πλάσει μια εικόνα που ανταποκρίνεται σε αυτό που είσαι.
    Σε ευχαριστώ και πάλι για μια εξαιρετική ανάρτηση.
    Να έχεις μια όμορφη εβδομάδα

    • Ειναι χαρακτηριστικό της γραφής του Κούντερα να εγείρει προβληματισμούς πάνω σε θέματα οικεία μεν, μα τα οποία δεν είχαμε σκεφτεί ως τότε – χαρακτηριστικό το παράδειγμα για το γέλιο ως αντανακλαστικό! Τους χαιρετισμούς μου, αγαπητή μου Πίπη.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *