Βρείτε τα λάθη και Κερδίστε

Enter the rabbit's lair...

Βρείτε τα λάθη και κερδίστε... ένα χιουμοριστικό/σαρκαστικό κείμενο με θέμα του τα μέτρα προφύλαξης απέναντι στον ιό.

Θυμάστε εκείνα τα εικονογραφημένα παιδικά παιχνίδια που είχαν θέμα τους: «βρείτε τα κρυμμένα λάθη στην εικόνα»; Ε λοιπόν – το κείμενο που ακολουθεί θα μπορούσε να παραλληλιστεί μαζί τους. Πρόκειται για ένα επίκαιρο κείμενο που περιλαμβάνει 112 προτάσεις και 56 λάθη – ένα λάθος ανά δύο προτάσεις! Τι να κάνουμε – συμβαίνουν αυτά όταν γράφουμε και βιαζόμαστε! Εσείς δεν έχετε παρά να διαβάσετε το κείμενο και να εντοπίσετε τα λάθη. Όποιος εντοπίσει όλα τα λάθη, και τα 56, κερδίζει… πλούσια δώρα. Για πάμε να δούμε:

«29 Μαρτίου. Η σημερινή ήταν μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα μέρα. Ξύπνησα νωρίς το πρωί γεμάτος όρεξη και διάθεση για τρέλες. Δίχως να χάσω χρόνο με πρωινές καθαριότητες, τσιμπολόγησα ένα γρήγορο πρόγευμα, ντύθηκα, φόρεσα τα γυαλιά ηλίου και κατέβηκα με χαρά τις σκάλες του σπιτιού, προσμένοντας ευχάριστα συναπαντήματα. Έξω από τον φούρνο της γειτονιάς συνάντησα τη γειτόνισσα, την κυρά-Μέλπω. «Καλημέρα, κυρά-Μέλπω!», ξεφώνισα και μεμιάς την άρπαξα και την έσφιξα στην αγκαλιά μου. «Α, που να μου χαθείς, μόρτη, τέτοια κάνεις σ’ όλες!», έκανε εκείνη, γελώντας. Είμαι ιδιαίτερα διαχυτικός άνθρωπος και συχνά αγκαλιάζω τους γνωστούς στον δρόμο. Η κυρά-Μέλπω μασουλούσε μια τυρόπιτα που είχε μόλις αγοράσει. «Να, πάρε αν θες για την καλημέρα», είπε και μου έτεινε τη σφολιάτα. Την ευχαρίστησα και δάγκωσα ένα μεγάλο κομμάτι από τη λαχταριστή τυρόπιτά της. Πεντανόστιμη! Έφυγα γελώντας, κι ενώ οι γείτονες στον δρόμο με κοιτούσαν όλοι τους με βλέμμα επιδοκιμασίας στα λαμπερά τους πρόσωπα. [11]

Στη συνέχεια ποιον λες να πέτυχα; Τον παλιόφιλο, τον Μπάμπη τον Τσιλιμπίθρο! Απίστευτο! «Που ‘σε ρε Μπάμπη!», φωνάζω χαρούμενος. «Ω, καλημέρα!», απαντάει και μεμιάς πέφτουμε ο ένας στην αγκαλιά του άλλου. Διαχυτικός κι ο Μπάμπης, σαν εμένα, περάσαμε παρέα τα τεθωρακισμένα. Ωραίες αναμνήσεις! «Έλα, πάμε για καφεδάκι να τα πούμε. Ξέρω μια καλή καφετέρια που ξεχειλίζει κόσμο!»

Η καφετέρια ήταν ασφυκτικά γεμάτη – όπως μας αρέσει! Σχεδόν τριβόμασταν ο ένας πάνω στ’ άλλον – ιδανικό σκηνικό για κρύες μέρες σαν τη σημερινή! «Τη βλέπεις εκείνη τη γκομενίτσα;”, μου λέει ο Μπάμπης ρουφώντας με ύφος τον καφέ του. «Την πήρα προχθές. Καλή, αλλά όχι σαν τη φίλη της.» «Α ρε Μπάμπη», του λέω, «πάντα κατεργάρης. Φύλαξε καμία και για μας! Έχω να πάω με γυναίκα πάνω από μια βδομάδα!». Ο Μπάμπης με κοίταξε με νόημα και μου έκλεισε το μάτι: «Απόψε βράδυ, σπίτι μου, παρτάκι! Ψήσου. Θα ‘ χει όλον τον καλό κόσμο!».

Μου άρεσε η προοπτική ενός ακόμα πάρτι – αν και τον τελευταίο καιρό πηγαίνω σχεδόν σε καθημερινή βάση και κάπου νιώθω να έχω κουραστεί! «Θα το σκεφτώ και θα σου πω, Μπάμπη», του λέω. «Τι άλλα νέα, κατά τ’ άλλα; Δουλειά;»

«Καλά μωρέ, τα ίδια», μου απαντάει. «Πολλή δουλειά αυτές τις μέρες. Ρέει η παραγωγή!»

«Τουλάχιστον πληρώνεσαι!»

«Αυτό να λέγεται! Και πληρώνομαι καλά! Σε λίγες μέρες, εξάλλου, πλησιάζει και η άδειά μου! Λέω να πάω κανά νησάκι να ξεφαντώσω.» [20]

«Πολύ καλή ιδέα! Ψήνομαι μπας και έρθω καμιά βόλτα», είπα. Εκείνη τη στιγμή η σερβιτόρα έσκυψε και μας σέρβιρε τη μερίδα του φαγητού. Ενώ παρατηρούσαμε το πλούσιο μπούστο της, εκείνης της ξέφυγε ένα φτέρνισμα. Σχεδόν μας τσαλαβούτησε στο σάλιο! «Αχ, χίλια συγγνώμη!», είπε απολογητικά. «Δεν πειράζει, κούκλα μου. Δεν μας ενοχλούν εμάς αυτά», απάντησε ο Μπάμπης, πάντα ετοιμόλογος, προσφέροντάς της ένα χαρτομάντιλο. Η σερβιτόρα γέλασε, δέχτηκε με περιπάθεια το χαρτομάντιλο, και πετάχτηκε στο διπλανό τραπέζι – αφού πρώτα έγραψε το τηλέφωνό της πάνω του και επιστρέφοντάς το στον Μπάμπη. Ξέρει τις γυναίκες ο πούστης!

Εκείνη τη στιγμή πέρασαν έξω απ’ την καφετέρια κάτι αστυνομικοί. Γνωστοί εδώ στη γειτονιά, πιστοί στο καθήκον, καλά παιδιά. Τους χαιρετίσαμε, μα δεν μας πρόσεξαν. «Δεν ασχολούνται με καθημερινούς ανθρώπους σαν εμάς οι αστυνομικοί μωρέ, δεν μας παρατηρούν καν», είπε ο Μπάμπης και φταρνίστηκε με τη σειρά του. «Μπα, Μπάμπη, κρύωσες;», ρωτάω. «Μάλλον με κόλλησε το μαναράκι», είπε ο Μπάμπης και γελάσαμε δυνατά. «Όπως χθες εκεί στο τρένο, που φτερνιζόμασταν ο ένας πάνω στ’ άλλον! Ξέρεις, δεν τα φοβάμαι εγώ αυτά. Που λες – θα έρθεις μαζί μου στο νησί;»

«Δεν ξέρω, μωρέ Μπάμπη», απαντώ με ειλικρίνεια. «Έχω ανάγκη να μείνω λίγο καιρό μόνος με τον εαυτό μου!»

«Μόνος; Με τον εαυτό σου; Καλά είσαι μωρέ;»

«Ξέρω, ακούγεται παράξενο! Μα όλα αυτά τα συνεχόμενα γλέντια των ημερών με έχουν καταβάλλει κάπως. Θα το σκεφτώ και θα σου πω.»

«Η πολλή σκέψη βλάπτει!», κάνει ο Μπάμπης – και μεμιάς, για να αποδείξει τη σημασία του αυθορμητισμού, σηκώνεται απ’ τη θέση του και αρχίζει να προσεγγίζει τους θαμώνες της καφετέριας. Που να τον βλέπατε τον άτιμο! Πεταγόταν σε μια παρέα, λες και ήταν κολλητοί του, και τους έπιανε κουβέντα, μετά πήγαινε σε μια άλλη, αντάλλασσε θερμές χειραψίες, μετά σε άλλη. Τι καλή διάθεση υπήρχε παντού! Και εκείνη τη στιγμή ο ήλιος ξεπρόβαλε με γέλιο απ’ τα σύννεφα! Δεν υπήρχε αμφιβολία: η φύση ήταν με το μέρος μας! [33]

Στην επιστροφή, και αφού αποχαιρετιστήκαμε σφιχταγκαλιασμένοι με τον Μπάμπη, χρειάστηκε να πεταχτώ μια βόλτα απ’ το σουπερμάρκετ. Προσφέρθηκα να βοηθήσω μια ηλικιωμένη κυρία με τα ψώνια της: της μετέφερα το καρότσι και της τοποθέτησα ένα-ένα όλα τα πράγματα μέσα. Κάποια χρειάστηκε να τα επιστέψω πίσω στο ράφι και να τα αντικαταστήσω με νέα – μα τελικά βρήκαμε όσα επιθυμούσαμε. «Σε ευχαριστώ, αγόρι μου», έκανε με ευγνωμοσύνη. «Να, πάρε να σε κεράσω μια ωραία μηλόπιτα. Την έφτιαξα με τα χεράκια μου». Μου έδωσε τη μηλόπιτα που κράταγε και την αποδέχτηκα με χαρά. Μα καθώς δεν πεινούσα, την έδωσα με τη σειρά μου σε ένα κοριτσάκι στον δρόμο – το οποίο μου είπε πως θα την πάει στην παιδική χαρά που έπαιζε και θα τη μοιραστεί με τις φίλες της.

Καθώς πλησίαζε το βράδυ ένιωθα πραγματικά περιορισμένος σπίτι, με τη συντροφιά του εαυτού μου – είχε δίκιο ο Μπάμπης! Ήμουν σε δίλημμα, λοιπόν: να πάω στο πάρτι που μου πρότεινε, ή να δω εκείνη τη συναυλία που είχε ανακοινωθεί; Τελικά αποφάσισα να κάνω το δεύτερο. [42]

Στη συναυλία γινόταν χαλασμός κόσμου! Καταχαρούμενος, οσφραινόμενος την ανάμικτη μυρωδιά αδρεναλίνης και ιδρώτα που χαρακτηρίζει κάθε κατάμεστη εκδήλωση, χώθηκα ανάμεσα στον κόσμο και αφέθηκα στους γλυκούς κραδασμούς της ενωμένης μάζας! Το τι έγινε, δεν περιγράφεται! Τραγουδούσαμε σφιχταγκαλιασμένοι, ανταλλάσσαμε μεταξύ μας τα ποτά που πίναμε, τσαλαβουτούσαμε ο ένας πάνω στον άλλο! Με το που τελείωσε η συναυλία, ξεχυθήκαμε, πλήθη μεθυσμένου κόσμου, στις πλατείες και τα πάρκα! Εκεί να δεις χαμός! Πιάναμε κουβέντα με αγνώστους, χορεύαμε, γελούσαμε ασταμάτητα. Κάποιοι μπήκαμε στο τρένο, άλλοι στα λεωφορεία! Η χαρούμενη παρέα μας διαχύθηκε, σαν κύμα, σε όλη την πόλη! Κανείς δεν έκλεισε μάτι! Όλοι μια χαρούμενη αγκαλιά! Ήρθαν τα κανάλια, ήρθαν τα περιπολικά – και άρχισαν να διασκεδάζουν μαζί μας!

Περάσαμε τόσο όμορφα που αποφασίσαμε να επεκτείνουμε τη διάθεσή μας ακόμα παραπέρα: τα τηλέφωνα και το διαδίκτυο πήραν φωτιά! Θα οργανώναμε εκδρομές σε όλη τη χώρα και θα κάναμε τα ίδια! Σύνθημά μας: «κανείς να μη μείνει σπίτι του!»

Κοιμήθηκα έξω, χαρούμενος, στο αμάξι κάποιου γείτονα που είχε αφήσει την πόρτα ανοιχτή. Άντε – πάντα τέτοια!» [56]

Υστερόγραφο: Χιούμορ και υγρασία έχουν τις ίδιες ετυμολογικές ρίζες και, στο βάθος, διατηρούν το ίδιο πάντα νόημα: την ικανότητα να “ξεγλιστράς” από μια κατάσταση. Παρέχουν μια αίσθηση ρευστότητας και διαφυγής σε έναν υπερβολικά στέρεο κόσμο. Περιττό να πω πως σε δύσβατες καταστάσεις θεωρώ αναγκαίο το χιούμορ, ώστε να μπορούμε να ξεγλιστρούμε με μεγαλύτερη ευκολία δια μέσω των εμποδίων – δια της ψυχολογικής οδού. Και ευελπιστώ οι φίλοι αναγνώστες και θαμώνες εδώ στο Λαγούμι να διατηρούν πάντα το χιούμορ τους και μια αίσθηση αυτοσαρκασμού.

 

 

Tags: , , , , ,

3 Responses

  1. Σάκης says:

    Υπέροχος ‘οπως πάντα! ‘Οσο για τα λάθη είναι σαν να κλέβω μικρό παιδί. Το δώρο είναι το κείμενο!

  2. SoSta says:

    αν καταλαβα καλα ενα λαθος εχει κι αυτο στην εισαγωγη,οταν λεει οτι προκειται για ΕΠΙΚΑΙΡΟ κειμενο…

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *