Ερωτικά γράμματα στα χρόνια της χολέρας

Enter the rabbit's lair...

Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες - Αποσπάσματα από τον Έρωτα στα Χρόνια της Χολέρας, παρουσίαση: το φονικό κουνέλι

Τον παλιό καιρό, στα χρόνια της επιδημίας της χολέρας, σε κάποια χώρα της λατινικής Αμερικής, ζούσε ένας νεαρός. Ο νεαρός ήταν ερωτευμένος, μα δεν έβρισκε ανταπόκριση στον έρωτά του. Όμως τίποτα δεν τον πτοούσε. Έπρεπε με κάποιο τρόπο να διοχετεύσει την ενέργεια που ξεχείλιζε μέσα του. Ο κόσμος γύρω του άλλαζε, η κοινωνία των καιρών του σερνόταν κάτω από το βάρος των αλυσίδων και των αναστεναγμών της – μα η καρδιά του νεαρού αναστέναζε για άλλους λόγους. Σύμφωνα με τα λόγια του συγγραφέα της ιστορίας αυτού του νεαρού, Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, ο Φλορεντίνο Αρίσα (αυτό ήταν το όνομά του):

«…Συνήθιζε να παίζει καντάδες τις νύχτες με πανσέληνο σε μέρη που επίτηδες διάλεγε, για να μπορεί να τον ακούει άφοβα η Φερμίνα Δάσα από την κρεβατοκάμαρά της. Ένα από τα πιο αγαπημένα του σημεία ήταν το νεκροταφείο των απόρων, εκτεθειμένο στη βροχή και στον ήλιο, σ’ έναν έρημο λόφο όπου κοιμούνταν τα όρνια κι απ’ όπου η μουσική αντηχούσε υπερφυσικά. Αργότερα, έμαθε την κατεύθυνση των ανέμων κι έτσι ήταν σίγουρος πως η φωνή του θα έφτανε εκεί που έπρεπε.

Τον Αύγουστο εκείνου του χρόνου, ένας καινούργιος εμφύλιος πόλεμος, από τους τόσους που ερήμωναν τη χώρα για περισσότερο από πενήντα χρόνια, απείλησε να γενικευτεί κι η κυβέρνηση επέβαλε στρατιωτικό νόμο κι απαγόρευση της κυκλοφορίας μετά τις έξι το απόγευμα σε όλα τα παράλια της Καραϊβικής. Παρόλο που είχαν συμβεί διάφορες ταραχές κι ο στρατός διέπραττε κάθε είδους καταχρήσεις σε παραδειγματικές τιμωρίες, ο Φλορεντίνο Αρίσα εξακολουθούσε να βρίσκεται σε τέτοια σύγχυση, που δεν ήξερε τι συνέβαινε στον κόσμο κι ένα ξημέρωμα, μια στρατιωτική περιπολία τον έπιασε να διαταράσσει με ερωτικές προκλήσεις την αθωότητα των νεκρών. Μόνο από θαύμα γλύτωσε την άμεση εκτέλεση, έχοντας κατηγορηθεί για κατάσκοπος που έστελνε μηνύματα, στο κλειδί του σολ, στα φιλελεύθερα καράβια που λεηλατούσαν τα γειτονικά ύδατα.

«Τι κατάσκοπος και βλακείες», είπε ο Φλορεντίνο Αρίσα, «εγώ δεν είμαι παρά ένας δυστυχής ερωτευμένος.»

Κοιμήθηκε τρεις νύχτες στα μπουντρούμια της τοπικής φυλακής αλυσοδεμένος από τους αστραγάλους. Αλλά, όταν τον άφησαν ελεύθερο, ένιωσε εξαπατημένος για το σύντομο της φυλάκισής του κι ακόμα και στα γεράματά του, όταν άλλοι τόσοι πόλεμοι μπερδεύονταν μες στο μυαλό του, εξακολουθούσε να σκέφτεται πως ήταν ο μόνος άνθρωπος μες στην πόλη και ίσως σ’ ολόκληρη τη χώρα που είχε σύρει, από έρωτα, πέντε λίμπρες σίδερα.»

***

Τέτοια μας λέει, μεταξύ άλλων, ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες στον «Έρωτα στα Χρόνια της Χολέρας» [Gabriel García Márquez, “El amor en los tiempos del cólera”, 1985]. Μα ο νεαρός αυτός δεν το έβαζε κάτω. Ο έρωτάς του, πάντα εκτός τόπου και χρόνου, παρενέβαινε ακόμα και στην ίδια τη δουλειά του:

«Ο Φλορεντίνο Αρίσα έγραφε το κάθε τι με τέτοιο πάθος, που μέχρι και τα επίσημα έγγραφα της δουλειάς του έμοιαζαν ερωτικά. Οι φορτωτικές των πλοίων του έβγαιναν με ομοιοκαταληξία, όσο κι αν προσπαθούσε να το αποφύγει, και τα καθημερινά εμπορικά γράμματα είχαν μια λυρική πνοή που τους αφαιρούσε κύρος. Ο εργοδότης του εμφανίστηκε μια μέρα στο γραφείο του και του έδωσε την τελευταία ευκαιρία για να σώσει την ψυχή του:

«Αν δεν είσαι ικανός να γράψεις ένα εμπορικό γράμμα να πας να μαζεύεις τα σκουπίδια από το μόλο», του είπε.

Ο Φλορεντίνο Αρίσα δέχτηκε την πρόκληση. Έκανε μια εξαιρετική προσπάθεια για να μάθει τη γήινη απλότητα του εμπορικού πεζού λόγου, μιμούμενος παραδείγματα από συμβολαιογραφικά αρχεία με τέτοια επιμέλεια, όπως πριν έκανε για τους ποιητές της μόδας.

Όμως, μετά από έξι μήνες, παρ’ όλες τις προσπάθειες που είχε κάνει, δεν κατάφερε ν’ αλλάξει μυαλά. Έτσι, όταν ο εργοδότης τον μάλωσε για δεύτερη φορά, εκείνος δέχτηκε την ήττα του, αλλά με κάποια περηφάνια.

«Το μόνο που μ’ ενδιαφέρει είναι ο έρωτας», είπε.

[…]

Του περίσσευε τόσος έρωτας μέσα του που δεν ήξερε τι να τον κάνει και τον δώριζε στους άπειρους ερωτευμένους, γράφοντας για λογαριασμό τους, δωρεάν, ερωτικά γράμματα, στην Πύλη των Γραφιάδων. Εκεί πήγαινε μετά τη δουλειά του. Έτσι ξαλάφρωνε την καρδιά του από τόσες ερωτικές λέξεις που δεν μπορούσε να χρησιμοποιεί στα τελωνειακά δελτία. […]

Δεν έκανε ερωτήσεις στους καινούργιους πελάτες, γιατί έφτανε να τους κοιτάξει κατάματα για να καταλάβει την κατάστασή τους κι έγραφε για τρελούς έρωτες, τη μία σελίδα μετά την άλλη, με την αλάνθαστη συνταγή του να γράφει, ενώ σκεπτόταν πάντα τη Φερμίνα Δάσα και μόνον αυτήν. Μετά από ένα μήνα αναγκάστηκε να επιβάλλει σειρά προτεραιότητας για να μην πνιγεί από τις επιθυμίες των ερωτευμένων.

Η πιο ωραία του ανάμνηση από κείνη την εποχή ήταν μιας πολύ ντροπαλής μικρής, παιδί σχεδόν, που του ζήτησε τρέμοντας να της γράψει μια απάντηση σ’ ένα ακατανίκητο γράμμα, το οποίο μόλις είχε λάβει και που ο Φλορεντίνο Αρίσα αναγνώρισε, γιατί το είχε γράψει ο ίδιος το προηγούμενο απόγευμα. Έγραψε την απάντηση σε διαφορετικό ύφος, σύμφωνα με τα αισθήματα και την ηλικία της μικρής και με γράμματα που έμοιαζαν με τα δικά της, μιας κι ήξερε να μιμείται το γραφικό χαρακτήρα ανάλογα με το πρόσωπο και την περίσταση. Το έγραψε καθώς φανταζόταν αυτά που η Φερμίνα Δάσα θα του απαντούσε, αν τον αγαπούσε τόσο, όσο αγαπούσε εκείνο το κακόμοιρο πλάσμα το διαλεχτό του. Δυο μέρες αργότερα, βέβαια, αναγκάστηκε να γράψει και τη δευτερολογία του νεαρού, με το γραφικό χαρακτήρα, το ύφος και το είδος του έρωτα που είχε χρησιμοποιήσει στο πρώτο γράμμα – κι έτσι κατάληξε να μπλεχτεί σε μια παθιασμένη αλληλογραφία με τον εαυτό του. Πριν περάσει μήνας πήγαν κι οι δυο τους, ξεχωριστά, να τον ευχαριστήσουν γι’ αυτό που ο ίδιος είχε προτείνει στο γράμμα του υποψήφιου κι είχε δεχτεί, με μεγάλη τρυφερότητα, στο γράμμα της μικρής: επρόκειτο να παντρευτούν.

Μόνο όταν απόχτησαν το πρώτο τους παιδί κατάλαβαν, σε μια τυχαία συζήτηση, πως τα γράμματα και των δυο τους ήταν γραμμένα από τον ίδιο γραφιά και, για πρώτη φορά, πήγαν μαζί στην Πύλη να του ζητήσουν να γίνει νονός του παιδιού.»

***

Αυτά τα αποσπάσματα είχα να μοιραστώ μαζί σας απόψε. Η συνέχεια στις σελίδες του βιβλίου. Ένα βιβλίο που μοιάζει με ζωτικό κύμα αέρα – κόντρα σε κάθε αποστειρωμένη ξηρασία, κόντρα σε κάθε ανηδονική στάση ζωής. Κόντρα σε κάθε πνιγηρή μορφή χολέρας, κυριολεκτικής και μη. Αλίμονο – ξεχειλίζουμε από αυτήν.

Διαβάστε Μάρκες, κύριοι – ειδικά αυτές τις μέρες.

Τα αποσπάσματα του “Έρωτα στα Χρόνια της Χολέρας” σε μετάφραση Κλαίτης Σωτηριάδου–Μπαράχας. Παρουσίαση: Το Φονικό Κουνέλι, Μάρτης του 20.

Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες - Έρωτας στα Χρόνια της Χολέρας, ισπανική έκδοση / Gabriel Garcia Marquez, El amor en los tiempos del cólera [love in the time of cholera]

 

Tags: , , , ,

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *