«Μη χαίρεστε που σκοτώσατε το κτήνος. Η σκύλα που το γέννησε ζει και είναι ακόμα σε οργασμό» – Μπέρτολτ Μπρεχτ
Ο λόγος για ένα τραγούδι. Συμπεριλαμβανόταν σε μια συλλογή με ιστορικά και σπάνια αμερικάνικα τραγούδια, που ηχογραφήθηκαν στη διάρκεια των δεκαετιών του 30 και του 40. Την είχα ξετρυπώσει κάπου στα άδυτα του διαδικτύου, σαν άλλο ακατέργαστο ορυκτό σε κάποιο βαθύ και εγκαταλελειμμένο ορυχείο – και την κοσκίνιζα, σε αναζήτηση πολύτιμου μεταλλεύματος μέσα στην πέτρα και τη σκόνη.
Αρκετά απ’ τα τραγούδια έφεραν ως θεματολογία τους τον πόλεμο και το περιεχόμενό τους ήταν – φυσικά – πατριωτικό. «Εμπρός παιδιά», «πάμε να νικήσουμε», «πάμε να τους πάρουμε τις πόλεις», «με το καλό να επιστρέψουμε στις πατρίδες μας νικητές» και άλλα σχετικά, όμοια με εκείνα που γράφονταν σε πολλές άλλες χώρες του κόσμου τον καιρό εκείνον – σαν τη δική μας. Σκοπός των τραγουδιών ήταν να εμψυχώσουν τους στρατιώτες που έφευγαν για το μέτωπο και να εξάρουν τις αρετές της μάχης για τον κοινό σκοπό. Καμία έκπληξη ως εδώ. Ιστορικά κειμήλια.
Μέχρι που το βλέμμα μου έπεσε σε ένα τραγούδι που έφερε τον οξύμωρο τίτλο “Hitler Lives” – “Ο Χίτλερ Ζει”. Γραμμένο το 1945 – μόλις είχε τελειώσει ο πόλεμος και είχε ηττηθεί ο φασισμός. Απόρησα. Τι σόι τραγούδι να είναι πάλι αυτό; – και γιατί να τιτλοφορείται κατ’ αυτόν τον τρόπο;
1945. Πανηγυρισμοί. Νικήσαμε! Η εικόνα του αμερικάνου ναύτη που φιλάει την κοπέλα καταμεσής του δρόμου. Ο κόσμος ελεύθερος! Κι εκεί που λες πως το κυρίαρχο ένστικτο είναι πλέον να ξεχάσει ο κόσμος τα δεινά του πολέμου και να αφεθεί στις χαρές της ελευθερίας – γράφεται ένα τραγούδι που αναφέρει πως «ο Χίτλερ ζει»; Ένα αμερικάνικο τραγούδι;
Η περιέργειά μου είχε χτυπήσει κόκκινο – πάτησα μεμιάς το Play.
Μια μελωδική ακουστική κιθάρα. Ρυθμοί country – δεν χωράει αμφιβολία, πρόκειται για αμερικάνικο τραγούδι. Και μια γυναίκα στα φωνητικά – για την οποία έμαθα μετά πως ονομάζεται Rosalie Allen και πως συνιστά μια από τις εμβληματικές φιγούρες της country μουσικής της εποχής, γνωστή ως “βασίλισσα του Yodeling”.
Και ξεκινούν τα λόγια…
“We hear lots of talk today
Up and down life’s broad highway
About whether Hitler died in old Berlin
Here’s one thing I’m telling you
You can bet your life it’s true
If we forget our boys then Hitler lives again
Hitler lives… if we hurt our fellow man
Hitler lives… if we forget
Those who fought were heroes, died
That our flag might float on high
If we forget, Hitler lives, Hitler lives
I see buddies here and there
Mighty lonesome in despair
Got no home and got no job and got no friends
If their trouble you ignore
If you turn them from your door
Then you can tell the world that Hitler lives again
Is your memory so numb
You’ve forgotten ’41
When the world was all aflame from shore to shore?
You can count on this my friend
You let Hitler live again
If you should ever turn a hero from your door”
Ο Χίτλερ ζει – εάν ξεχάσουμε. Αν ξεχάσουμε όσους αγωνίστηκαν και πέθαναν. Να, λοιπόν, ποιο είναι το νόημα του τραγουδιού.
Μα – πράγμα σπάνιο για τα αμερικάνικα δεδομένα των καιρών – οι στίχοι του τραγουδιού σκάβουν ακόμα βαθύτερα.
«Βλέπω ανθρώπους, εδώ κι εκεί,
μοναχικούς μες στην απόγνωσή τους,
δίχως σπίτι, δίχως δουλειά και δίχως φίλους,
Αν αγνοήσεις τις σκοτούρες τους,
Αν κλείσεις την πόρτα σου στα πρόσωπά τους,
Να πεις στον κόσμο τότε πως ο Χίτλερ ζει ξανά»
Και εδώ ερχόμαστε στον πυρήνα, κατ’ εμέ, του τραγουδιού.
Τι είναι εκείνο που τρέφει τον φασισμό κάθε εποχής και κάθε γενιάς; Κάποιοι παρανοϊκοί ηγέτες; Όχι, βέβαια. Ο φασισμός τρέφεται από την απελπισία του κόσμου. Από τη φτώχεια, από την ανεργία, από τη βαθιά αίσθηση αδυναμίας ενός λαού – ο οποίος βλέπει τις ελπίδες του να συρρικνώνονται μέρα με τη μέρα και αποζητά κάποιες διεξόδους. Ο φασισμός συνιστά μια απάντηση – στρεβλωμένη, αποζητώντας αποδιοπομπαίους τράγους, καλλιεργώντας μίσος και αντλώντας δύναμη από ψευδαισθήσεις μεγαλείου – μα πρόκειται για μια απάντηση, μεταξύ άλλων.
Κάπως έτσι αναδείχτηκε ο Χίτλερ από τις στάχτες της οικονομικής κρίσης στα τέλη της δεκαετίας του 20. Κάπως έτσι αναδεικνύεται ο φασισμός κάθε εποχής. Μέσα από τις κρίσεις. Είναι η εύκολη απάντηση σ’ ένα πολύπλοκο ερώτημα. Γυρεύοντας δύναμη σε σύμβολα. Πρόθυμος να μετατραπεί σε όργανο κάθε αυταρχικού ηγέτη. Διατεθειμένος να θυσιάσει την ελευθερία του στον βωμό της μαζικής ψευδαίσθησης. Πλάθοντας φανταστικούς εχθρούς και επιθυμώντας να τους ποδοπατήσει. Τα πάντα – αρκεί να αισθάνεται ξανά ασφαλής και δυνατός.
Κάπως έτσι ανασταίνονται απ’ τις στάχτες τους οι Χίτλερ κάθε εποχής. Τρέφονται απ’ τις φλόγες της απελπισίας των λαών.
Βάζω το τραγούδι να παίξει άλλη μια φορά. Το αγάπησα. Πρόκειται για ένα κρυφό στολίδι της αμερικανικής μουσικής. Σε μια χώρα που πανηγύριζε, ματαιόδοξη στην επίδειξη της ανερχόμενής της υπερδύναμης, οι στίχοι του τραγουδιού μιλούν σε άλλο τόνο. Είναι προσγειωμένοι και ρεαλιστικοί. Σε καλούν να σκεφτείς – γιατί δεν αρκούν τα όπλα για να νικηθεί ο φασισμός.
Σκέψου, λοιπόν – σκέψου. Και άκουσε το όμορφο αυτό τραγούδι μαζί μου.