Οι Τρωάδες του Ευριπίδη, ο πόλεμος και η αλαζονεία των ανθρώπων

Enter the rabbit's lair...

Οι Τρωάδες του Ευριπίδη... Η αρπαγή του Αστυάνακτα από την Ανδρομάχη / "Troades", aka The Troyan Women, by Euripides

Πέρα από “Έλληνες” και “Βάρβαρους”

Απόψε θα μεταβούμε στον κόσμο της αρχαίας τραγωδίας – και συγκεκριμένα στις «Τρωάδες» του Ευριπίδη. Θα παραθέσω πρώτα δυο αποσπάσματα του έργου, τα οποία ανήκουν στα συγκλονιστικότερα της δραματικής ποίησης – και έπειτα θα πούμε δυο λόγια. Η σκηνή μας μεταφέρει στην «επόμενη μέρα» της άλωσης της Τροίας – όταν η πόλη έχει παραδοθεί στις φλόγες, οι νεκροί στοιβάζονται στα τείχη και οι αιχμάλωτες Τρωαδίτισσες αρχόντισσες σέρνονται απ’ τα μαλλιά, σκλάβες, στα καράβια των νικητών Ελλήνων. Λάφυρα πολέμου.

Ανάμεσά τους η γυναίκα του νεκρού Έκτορα, Ανδρομάχη. Στα χέρια της κρατάει σφιχτά το μωρό της – τον Αστυάνακτα, τον οποίο ο Έκτορας θυμόμαστε να έχει αποχαιρετήσει στην πιο ζεστή σκηνή της «Ιλιάδας». Το μωρό της είναι το μόνο που της έχει απομείνει, τώρα που δεν έχει ούτε άντρα, ούτε σπίτι, ούτε πατρίδα. Μα να που οι Έλληνες νικητές αποφασίζουν πως το μωρό χρειάζεται να θανατωθεί: να το πετάξουν συμβολικά απ’ τα τείχη της Τροίας και να γκρεμοτσακιστεί στα ερείπια. Ένας αγγελιοφόρος ανακοινώνει το νέο στην Ανδρομάχη. Της λέει πως πρέπει να της πάρουν το μωρό από την αγκαλιά και να το οδηγήσουν στο θάνατο. Ακολουθεί το ξέσπασμα της Ανδρομάχης…

Διαβάζοντάς το θα αναρωτηθούμε – ποιος είναι ο «έλληνας» και ποιος ο «βάρβαρος».

ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ

«Πολυαγαπημένο μου, παιδί μου που σε λάτρεψα πάρα πολύ,
θα σκοτωθείς αφήνοντας πίσω την άθλια μάνα σου·
θα σε σκοτώσει του πατέρα σου η αρχοντική καταγωγή.
Που για τους άλλους συνήθως γίνεται βάση για τη σωτηρία τους,
ενώ για σένα η αρχοντιά του πατέρα σου δε σε βοήθησε κατάλληλα.

Παιδί μου, κλαις; Νιώθεις τα κακά που σε περιμένουν;
Γιατί μ’ έπιασες με τα χέρια σου και μου κρατάς το πέπλο
και κρύβεσαι στα φτερά μου μέσα σαν μικρό πουλί;
Δεν θα ‘ρθει ο Έκτορας αρπάζοντας το ξακουστό κοντάρι του
βγαίνοντας μέσα απ’ τη γη και σωτηρία φέρνοντας σε σένα,
ούτε συγγενείς του πατέρα σου ούτε των Φρυγών η δύναμη·
Αλλά κάνοντας θλιβερό πήδημα από ψηλά με το κεφάλι κάτω
άσπλαχνα θα τσακίσεις τη ζωή σου. Ω, πολυαγαπημένο
αγκάλιασμα για τη μάνα σου, ω, γλυκιά πνοή του κορμιού σου!

Λοιπόν μάταια στα σπάργανά σου σ’ έθρεψαν αυτά εδώ
τα στήθη, μάταια τόσους κόπους έκανα και με τους μόχθους
έλιωνα. Τώρα – γιατί ξανά δεν θα το κάνεις – φίλησε
τη μητέρα σου, έλα κοντά σ’ αυτήν που σε γέννησε, άπλωσε
τα χέρια σου να μ’ αγκαλιάσεις και πλησίασε το στόμα σου,
να φιληθούμε εγώ κι εσύ για μια στερνή φορά μας. […]

Ω, Έλληνες, που βρήκατε να κάνετε βάρβαρες ενέργειες,
Γιατί σκοτώνετε το παιδί αυτό που δε σας φταίει τίποτε;

Αλλά ελάτε, πάρτε το, πετάξτε το, αν σας αρέσει να το πετάξετε·
Μοιράστε και φάτε τις σάρκες του. Διότι οι θεοί την καταστροφή μας
θέλουν, και δεν θα μπορούσα απ’ το παιδί μου ν’ απομακρύνω
τον θάνατο.»

Και οι νικητές πολεμιστές αρπάζουν το παιδί και το θανατώνουν. Η Ανδρομάχη οδηγείται, σκλάβα, στα καράβια.

Ακολουθεί το ξέσπασμα της Εκάβης – της μητέρας των Τρώων, της βασίλισσας που έχασε το βασίλειό της από έναν στρατό εισβολέων και βλέπει τον κόσμο της να μετατρέπεται σε στάχτη.

ΕΚΑΒΗ

«Ω, σεις που έχετε πιο πολλή δύναμη στον πόλεμο παρά σκέψη,
Γιατί, Αχαιοί, το παιδάκι αυτό φοβηθήκατε και φόνο
καινούριο κάνατε; Τάχα την Τροία που σ’ ερείπια σωριάστηκε
μήπως κάποτε αναστήσει; Δεν ήσασταν τίποτε λοιπόν,
όταν ο Έκτορας ήταν δυνατός στον πόλεμο, όταν αμέτρητα
χέρια πολεμούσαν για μας κι εμείς νικιόμασταν από σας,
αφού τώρα που η πόλη κουρσεύτηκε κι οι Φρύγες καταστράφηκαν
ένα τόσο δα μικρό βρέφος φοβηθήκατε· δεν δικαιολογώ το φόβο
εκείνο που φοβάται χωρίς το φόβο του με κρίση να ελέγχει. […]

Αλίμονο, τα πολλά αγκαλιάσματα, οι φροντίδες μου για σένα,
τα κοιμίσματα που σου έκανα χάθηκαν πια! Τί τάχα κάποτε
κάποιος ποιητής θα μπορούσε να γράψει στον τάφο το δικό σου;
“Το παιδί αυτό το σκότωσαν οι Αργείοι κάποτε από φόβο”.
Ένα τέτοιο επίγραμμα θα ήταν βέβαια ντροπή για την Ελλάδα.

Λοιπόν, μια και δεν είχες τύχη να πάρεις πατρική κληρονομιά,
θα έχεις για τάφο σου τη χάλκινη ασπίδα του πατέρα σου.»

Τέτοια λέει ο Ευριπίδης στις «Τρωάδες»!

Καμία εξιδανίκευση των νικητών. Απόλυτη συμπόνια για τους νικημένους, που συνιστούν μάλιστα τους πρωταγωνιστές του έργου. Ο πόλεμος δεν συνιστά «δόξα και τιμή» – μα μια φρικωδία. Μια πραγματικότητα που ξετυλίγει τις φρικτότερες πτυχές των ανθρώπων – και των ίδιων των θεών, που συχνά μετατρέπουν τους πρώτους σε πιόνια της αλαζονείας τους.

Οι Έλληνες νικητές (οι «δικοί μας») δεν φέρουν καμία τιμή στις πράξεις τους. Ούτε φέρουν τιμή όταν θυσιάζουν στην πυρά την άλλη κόρη της Εκάβης, την Πολυξένη – περιστατικό που περιγράφει ο Ευριπίδης στην άλλη σχετική τραγωδία του, την «Εκάβη». Το ρητό «πας μη Έλλην βάρβαρος» θα αντηχούσε τραγελαφικό σε όποιον έχει διαβάσει αυτά τα έργα.

The Trojan Women by Euripides. Andromache and the death of Astyanax, by François-Philippe-Charpentier (1766) / Οι Τρωάδες του Ευριπίδη σε πίνακα του François-Philippe-Charpentier

The Trojan Women by Euripides. Andromache and the death of Astyanax, by François-Philippe-Charpentier (1766) / Οι Τρωάδες του Ευριπίδη σε πίνακα του François-Philippe-Charpentier

Η αλαζονεία της υπέρμετρης υπερηφάνειας και ο εγωισμός της δύναμης δεν έχουν θέση στην αρχαία τραγωδία. Σκοπός της δεν ήταν να «εξάρει φρονήματα». Μα να φανερώσει τις εσχατιές της ανθρώπινης κατάστασης. Τα όρια που υπερβαίνουν οι άνθρωποι – και καταποντίζονται γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο. Άλλοτε οι ίδιοι… μα, συχνότερα, εκείνοι που τους περιβάλλουν: τα μύρια αθώα θύματα της τραγωδίας, τότε, τώρα και για πάντα. Οι Αστυάνακτες που καταβαραθρώθηκαν, οι Ανδρομάχες που σύρθηκαν απ’ τα μαλλιά.

Και φυσικά το πανταχού παρόν αντιπολεμικό μήνυμα – ιδιαίτερα ισχυρό στις «Τρωάδες», όσο και σε άλλα έργα του ποιητή. Τον καιρό που ο Ευριπίδης ανέβασε τις «Τρωάδες» (το 415 π.χ.), η Αθήνα αντιμετώπιζε την κρίση της σικελικής εκστρατείας. Ο Πελοποννησιακός Πόλεμος διένυε μία από τις ζοφερότερες καμπές του. Η τύχη των Αθηναίων προβλεπόταν ζοφερή… και ο Ευριπίδης, βαθιά ανήσυχος, εξέφρασε τις απόψεις του για τις φρικωδίες του πολέμου μέσα από το έργο του.

Η τάση να παρουσιάζεται μια τραγωδία μέσα από τα μάτια των «άλλων» είναι χαρακτηριστική και στους «Πέρσες» του Αισχύλου. Οι νικημένοι Πέρσες πρωταγωνιστούν εξ’ ολοκλήρου στο έργο και σκοπός του ποιητή δεν είναι να τους ταπεινώσει – μα να διεγείρει τον φόβο και το δέος για τη μοίρα των νικημένων. Να αποκαλύψει την ανθρώπινη πλευρά τους – γιατί και ο «εχθρός» έχει μια ανθρώπινη πλευρά, την οποία οι προπαγανδιστές του πολέμου σκόπιμα αποσιωπούν. Τα δάκρυα του ταπεινωμένου Ξέρξη δεν είναι λιγότερο συγκινητικά επειδή ήταν αντίπαλος.

Η ικανότητα να βλέπουμε μέσα από τα μάτια του «άλλου» σπανίζει – ίσως τώρα περισσότερο από τότε.

Όλα πληρώνονται όμως. Ένα ακόμα δίδαγμα της αρχαίας τραγωδίας. Κάθε βασίλειο καταρρέει. Αλίμονο – συχνά τον φόρο της πληρωμής τον καταβάλλουν εκείνοι που δεν έφταιξαν σε τίποτα.

Η τύχη των θριαμβευτών επί της Τροίας Ελλήνων δεν διήρκεσε πολύ. Τα δεινά που αντιμετώπισαν κατά την επιστροφή τους στην πατρίδα αναπαρίστανται διεξοδικά σε άφθονες ακόμα τραγωδίες. Και οι θεοί οι ίδιοι πέφτουν – το μήνυμα του αλυσοδεμένου Προμηθέα απέναντι στην εξουσιαστική αλαζονεία του Δία. Απέναντι σε κάθε αλαζονεία που θεωρεί πως κρατάει για πάντα. Όσοι μπολιάζουν το κεφάλι τους με ιδέες μεγαλείου και όσοι τρέφονται με λέξεις αλαζονείας φουσκώνουν σαν μπαλόνια. Προσοχή, γιατί συχνά μια καρφίτσα είναι αρκετή.

Θα κλείσω με ένα ακόμα απόσπασμα από τις «Τρωάδες». Διαφορετικό από τα άλλα. Εδώ ο τραγικός ποιητής παραχωρεί τη θέση του στον μυθοπλάστη. Και για λίγο – για πολύ λίγο – ξεχνούμε το φρικτό πλαίσιο της πραγματικότητας… και μεταβαίνουμε στον κόσμο των ονείρων και του μύθου. Ας κλείσουμε με αυτή την ανακουφιστική νότα. Τα λόγια είναι πάλι της Εκάβης, της ξεπεσμένης βασίλισσας των Τρώων.

«Λοιπόν, δεν είχαν στο νου τους οι θεοί παρά τα βάσανά μου
και την Τροία, που μισούσαν από κάθε άλλη πόλη πιο πολύ,
και μάταια θυσίες τους προσφέραμε. Αλλά αν κάποιος θεός
δε μας αναποδογύριζε γκρεμίζοντάς μας χαμηλά από ψηλά,
θα ήμασταν άγνωστοι και δε θα έλεγαν για μας
τραγούδια όσοι άνθρωποι θα γεννηθούν αργότερα στον κόσμο.»

Η μετάφραση των «Τρωάδων» είναι του Θεόδωρου Μαυρόπουλου. Παρουσίαση: το Φονικό Κουνέλι, Απρίλης 2021.

Hector. Astyanax and Andromache, illustration by Alan Lee / Έκτορας, Ανδρομάχη και Αστυάνακτας, εικονογράφηση του Άλαν Λι

Hector. Astyanax and Andromache, illustration by Alan Lee / Έκτορας, Ανδρομάχη και Αστυάνακτας, εικονογράφηση του Άλαν Λι

Tags: , , , , , , , , , , , , ,

One Response

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *