Στον ουρανό δέσποζε ένας λευκός δίσκος, που έμοιαζε με το μάτι κάποιου αρχέγονου Γίγαντα των Πάγων – σαν εκείνους που εμφανίστηκαν μετά τη δημιουργία του κόσμου σύμφωνα με τη βορειοευρωπαϊκή μυθολογία. Θύμιζε ήλιο – όμως το τοπίο γύρω σου διέψευδε τον οποιονδήποτε συσχετισμό του με τον οικείο σε μας ήλιο της Μεσογείου. Απέραντες εκτάσεις ντυμένες σε άσπιλο λευκό, δέντρα βγαλμένα από κάποιο παραμύθι των αδερφών Γκριμ, μια παγωμένη λίμνη σπαρμένη με χνάρια μικρών ζώων και σπιτάκια διακοσμημένα με αστέρια, νάνους και Άγιους Βασίληδες στην είσοδο και τα παράθυρά τους. Εδώ κι εκεί ένα αυτοκίνητο έσπαγε την υποβλητική σιγαλιά – και σε επανέφερε στη σημερινή πραγματικότητα.
Για λίγο όμως, η ψευδαίσθηση έπιασε. Για λίγο ξεχνούσες τις έγνοιές σου – οι οποίες, αλίμονο, δεν σε εγκαταλείπουν όταν αλλάζεις χώρα, μα πάντα βρίσκουν τρόπο να τρυπώσουν στις αποσκευές σου, χωρώντας μια χαρά ανάμεσα στις κάλτσες και την οδοντόβουρτσα και κάνοντάς σε να απορείς: πώς γίνεται αυτές οι ριμάδες να πιάνουν ανύπαρκτο χώρο στη βαλίτσα, μα τόσο μεγάλο χώρο στις σκέψεις σου;
Αρκούσε όμως μια πνοή του παγερού ανέμου για να τις μετατρέψει σε παγοκρυστάλλους και να τις φυσήξει πέρα μακριά. Κουκουλωνόσουν στο παλτό, έσφιγγες το κασκόλ, εκτιμούσες την αδερφή σου που σου παραχώρησε εκείνον τον θερμό σκούφο και σκεφτόσουν πως δεν θα έπεφτε καθόλου άσχημη μια γουλιά Glühwein – αχνιστή και γλυκιά σα μέλι.
Χάρισα στον εαυτό μου αυτή τη γουλιά – και μερικές επιπλέον. Και ήπια στην υγειά των αγαπημένων και των φίλων. Και στη δική σας υγειά, των αναγνωστών. Θα μοιραστώ μαζί σας μια γεύση από τη χριστουγεννιάτικη εξόρμησή μου στη Βαυαρία – με την παρακίνηση τα φετινά Χριστούγεννα να έρθετε λίγο πιο κοντά σε όσους αγαπάτε. Γιατί αν έχουν ένα νόημα οι γιορτές των Χριστουγέννων (πέραν του καταναλωτικού οργίου) είναι να μοιραζόμαστε τα γλυκά, το κρασί και δυο λόγια αγάπης και φιλίας μεταξύ μας. Όσο τα διαθέτουμε και πριν μας εγκαταλείψουν, παρασυρόμενα στους κακόγουστους βάλτους της μιζέριας, της απαισιοδοξίας και του κυνισμού. Πες το λοιπόν κι ας πέσει κάτω. Ich liebe dich.
Η λεπτομέρεια που κάνει τη διαφορά
Δεύτερη επίσκεψή μου στη γερμανική Βαυαρία – και συγκεκριμένα, σε μια μικρή κωμόπολη του βαυαρικού νότου, το Münchberg, όπου κατοικεί η αδερφή μου. Όποιος ενδιαφέρεται να διαβάσει τις εντυπώσεις από το πρώτο ταξίδι, προ τεσσάρων χρόνων, μπορεί να κάνει κλικ εδώ.
Πρώτη εξόρμηση του υπογράφοντος στο εξωτερικό μετά από μια τετραετία – και πρώτη στη μετά-covid εποχή. Σωρευμένες τάσεις φυγής και μια γενικότερη διάθεση «να τα αφήσω όλα πίσω μου και να ξεχάσω όσα με στεναχώρησαν» – πράγμα που αποδεικνύεται ευκολότερο στα λόγια, παρά στην πράξη. Θα χρειαζόταν μια γερή μεταμόσχευση εγκεφάλου για το τελευταίο – και ομολογώ μου είναι χρήσιμος ο εγκέφαλός μου. Φεύγω όπως είμαι, λοιπόν – με την ελπίδα ο παγερός άνεμος του βορρά να φυσήξει λίγη απ’ τη σκόνη της απογοήτευσης και να τη σκορπίσει στους γερμανικούς ορίζοντες.
Δεν τα κατάφερε κι άσχημα. Η θερμοκρασία έφτασε τους μείον 14 βαθμούς και η Βασίλισσα του Χιονιού κάλπαζε στον ουρανό φορώντας το πιο ακαταμάχητο απ’ τα περίφημα παγερά χαμόγελά της.
Το Münchberg είναι μια όμορφη πόλη – μάλλον μικρή για τα γούστα ορισμένων, οικογενειακή και φιλήσυχη, δίχως κανένα ίχνος της «ζωής» όπως την εννοούμε στις αστικές περιοχές της χώρας μας. Η γραφικότητα όμως περισσεύει, η καθαριότητα είναι υποδειγματική, η φύση εναρμονίζεται σε τέλεια αρμονία με τα κτίρια και όσοι προσαρμόζονται σε αυτούς τους ρυθμούς ζωής… ε, υποθέτω ζουν καλά.
Τα σπίτια στην πλειοψηφία τους ήταν χάρμα οφθαλμών – ειδικά σε ορισμένες συνοικίες της πόλης. Δεν υπήρχε σπίτι που να μην είναι διακοσμημένο με χριστουγεννιάτικα στολίδια – στην πόρτα, στην αυλή, στα παράθυρα. Όπου και αν κοιτούσες, έβλεπες μικρές λεπτομέρειες που έκαναν τη διαφορά: χριστουγεννιάτικες μπάλες σε κάποια γωνιά της αυλής, που έμοιαζαν να φυτρώνουν σαν άνθη•φυσικά έλατα που ρίζωναν στους κήπους, περιβαλλόμενα με φώτα•γραμματοκιβώτια σε σχήματα σκύλων•δεντράκια στο μέγεθος μιας χούφτας που φορούσαν σκούφους κι έμοιαζαν με νάνους•ένας ανεμόμυλος•ένα αχυρόμορφο κουνέλι•κάποια μυστήρια αγαλματάκια γάτας στο παράθυρο•μια επιγραφή πάνω απ’ την πόρτα που μοιάζει βγαλμένη απ’ το Hogwarts. Κι εκείνοι οι τόσο χαρακτηριστικοί Άγιοι Βασίληδες που σκαρφαλώνουν στα περβάζια των παραθύρων.
Πάντα η λεπτομέρεια κάνει τη διαφορά. Είναι εκείνο το μαγικό συστατικό που αν βάλεις παραπανίσιο στη συνταγή θα τη φορτώσεις – και αν βάλεις λιγότερο θα μοιάζει ελλιπής. Αν όμως πετύχεις την κατάλληλη ισορροπία, το αποτέλεσμα προσφέρεται για να γλύφεις τα δάχτυλά σου! Και άσε τους άλλους να ρωτούν «ποια είναι η συνταγή;» Το μυστικό δεν είναι η συνταγή – μα η σωστή εξισορρόπηση ανάμεσα στο γενικό και το επιμέρους. Το «κάτι μου λείπει για να δέσει το σύνολο» και το «έχεις παρακάνει λίγο, ε».
Κι εδώ δεν αναφέρομαι μόνο σε διακόσμηση σπιτιών, υποψιασμένε αναγνώστη.
Εντελώς αναπάντεχα, πέτυχα κι ένα από τα πολύ χαρακτηριστικά έργα street art του Banksy. Η καμαριέρα που ανασηκώνει τον τοίχο για να τινάξει τη σκόνη. Δεν περίμενα να εντοπίσω Banksy εδώ, στη μέση του πουθενά!
Υπεράνω όλων των σπιτιών δέσποζε – τί άλλο; – ο καθεδρικός ναός της πόλης. Χαρακτηριστικού γοτθικού ρυθμού, μικρότερος σε μέγεθος από τους θεόρατους καθεδρικούς των μεγάλων πόλεων της Βαυαρίας – ωστόσο μεγαλύτερος από οποιοδήποτε άλλο κτίριο στην πόλη. Χρειάζεται να ταξιδέψεις στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη και ν’ αντικρίσεις γραφικές γειτονιές με χαμηλά σπίτια κι έναν καθεδρικό ναό να ξεχωρίζει ανάμεσά τους, για ν’ αντιληφθείς ποια εντύπωση προκαλούσε ένα τέτοιο κτίριο σε αναρίθμητες γενιές αλλοτινών εποχών – φτάνοντας ως τα χρόνια του Μεσαίωνα. Τέτοια ήταν η δύναμη της θρησκείας κάποτε, με τα οικοδομήματά της να δεσπόζουν στο τοπίο και στις συνειδήσεις των απλών ανθρώπων.
Ακολουθούν σκηνές από την καθημερινότητα αυτής της μικρής πόλης. Οι βιτρίνες των καταστημάτων, η κεντρική πλατεία, ένα ποταμάκι και μια γέφυρα με πάπιες – και για άλλη μια φορά διερωτώμαι πώς γίνεται μια χώρα που αγαπά τόσο πολύ το υγρό στοιχείο, σαν τη δική μας, να έχει εξοβελίσει όλα τα ποτάμια από την πρωτεύουσά της, μετατρέποντάς τα σε σκιερά απομεινάρια. Από τις θλιβερές ιστορίες της αθηναϊκής πραγματικότητάς μας.
Λευκές απεραντοσύνες
Αδιαμφισβήτητος πρωταγωνιστής των ημερών, πάντως, ήταν το χιόνι. Τοπία που μοιάζαν με νυφούλες, ντυμένα στο χρώμα που εμπεριέχει όλα τα χρώματα, κρύσταλλοι που λαμποκοπούσαν σαν διαμαντόσκονη τις νύχτες, εκτάσεις καλυμμένες με πούδρα τόσο αφράτη, που αδυνατούσες ως και χιονόμπαλα να φτιάξεις – καθώς το χιόνι διαλυόταν στο χέρι σου και σκόρπιζε σαν ζάχαρη πάχνη.
«Είναι αλλιώς για εμάς που το ζούμε κάθε μέρα», έλεγε η αδερφή μου, υπενθυμίζοντας το ανυπόφορο κρύο, τη δυσκολία μετακίνησης και την καθημερινή αγγαρεία του φτυαρίσματος και της επάλειψης του πεζοδρομίου με μικροσκοπικά χαλίκια ή αλάτι – αγγαρεία στην οποία υποχρεώνεται κάθε νοικοκυριό, αν δεν θέλει να δεχτεί μήνυση από κάποιον περαστικό που γλίστρησε στο πεζοδρόμιο έξω απ’ το σπίτι τους.
Σύμφωνοι, έλεγα. Αυτό δεν αναιρεί όμως την παντοτινή ομορφιά ενός λευκοντυμένου τοπίου. Τοπία σαν εκείνα που ενέπνευσαν τον Πίτερ Μπρέγκελ τον πρεσβύτερο, για να δώσει ένα από τα ωραιότερα χιονοστολισμένα έργα στην ιστορία της ζωγραφικής: τους «Κυνηγούς στο Χιόνι» – έργο που ο υπογράφων το είχε κάνει κάδρο στο Λαγούμι του, παρεμπιπτόντως.
Λίγο απείχε το τοπίο της βαυαρικής επαρχίας από τους πίνακες των παλιών Φλαμανδών ζωγράφων. Επίκεντρο των περιηγήσεών μου ήταν μια λίμνη, που τους θερινούς και εαρινούς μήνες συγκεντρώνει πλήθος κόσμου, οικογένειες και παιδιά – διαθέτει, μεταξύ άλλων, ξενοδοχείο, λέσχη ψαράδων και παιδική χαρά. Καταμεσής του παγωμένου Δεκέμβρη, όμως, έμοιαζαν όλα παραδομένα σε μια φαντασμαγορική χειμερινή λήθη.
Η λίμνη είχε παγώσει – και μπορούσες να διακρίνεις στον πάγο χνάρια από ζώα, που εξορμούσαν σε αναζήτηση καταφυγίου ή τροφής. Στον περίβολο της λίμνης υπερυψωμένα καλάμια έμοιαζαν να χαζεύουν τη θέα, ενώ τα γυμνά κλαδιά των δέντρων παγίδευαν τον ήλιο σε ξύλινους ιστούς.
Τα δέντρα ήταν κατάλευκα – όχι απαραίτητα απ’ το χιόνι, μα απ’ τη χειμερινή πάχνη και τον παγετό. Σταλακτίτες κρέμονταν απ’ τα παγκάκια και τις ξαπλώστρες – μα και την ομπρέλα που κρεμόταν στην αυλή ενός γειτονικού σπιτιού. Σταλακτίτες όμοιοι με στιγμές που πάγωσαν στον χρόνο κι έμειναν αιώνιες – αποδεικνύοντας πως τα παγερά φιλιά είναι τα μόνα με τα οποία πραγματικά κολλάς. Ή πως ο καλύτερος τρόπος ν’ αντέξει στον χρόνο το φιλί σου είναι να έχεις μασήσει μια τσίχλα από εκείνες που «χαρίζουν παγερή αναπνοή». Ή πως είμαι ικανός να χαλάσω εντελώς τον ρομαντισμό μιας γραφικής περιγραφής με τις ανοησίες μου.
Αν στεκόσουν ακίνητος, μπορούσες ν’ αφουγκραστείς αυτόν τον τόσο χαρακτηριστικό «ήχο του χειμώνα»: μια μακρινή ηχώ που αντιλαλεί στην απεραντοσύνη και μοιάζει σαν τραγούδι αρχαίων θεών. Τη σιωπή διέκοπταν, εδώ κι εκεί, τα κραξίματα των κορακιών – που σαν άλλοι απεσταλμένοι ενός θεού Όντιν ή Βόταν (το γερμανικό αντίστοιχο του Όντιν, από την Όπερα των Νιμπελούνγκεν) μετέδιδαν τα δικά τους εξώκοσμα μηνύματα.
Το υλικό των μύθων και των θρύλων
Αποκορύφωμα της χιονισμένης εμπειρίας, πάντως, στάθηκε η τελευταία ημέρα του ταξιδιού – όταν η γη έμοιαζε να εξατμίζει τους καπνούς που ενεδρεύουν βαθιά στα σωθικά της… κι ένα παχύ στρώμα ομίχλης ξεχύθηκε πάνω στο λευκόχρωμο τοπίο.
Το βίωμα άγγιξε σχεδόν μεταφυσικά όρια – και είμαι χαρούμενος που το μοιράστηκα παρέα με τον Σνούπι, στην τελευταία βόλτα που κάναμε μαζί. Αν η σιγαλιά του χειμώνα ήταν μια φορά επιβλητική πριν, η παρουσία της ομίχλης πολλαπλασίαζε την αίσθηση στο άπειρο. Βάδιζες στον δρόμο κι ένιωθες λες και προχωράς σε κάποιο όνειρο – σα να καταρρέουν οι πύλες ανάμεσα στους κόσμους, μεταξύ υλικού και ιδεατού, ορατού και υπερβατού. Ένιωθες πως θ’ απλώσεις το χέρι και θα σκίσεις το πέπλο της πραγματικότητας – με την ίδια ευκολία που διαπερνάς ένα αραχνοΰφαντο πέπλο.
Κατανοείς γιατί αυτή η χώρα διέθετε πάντα τόσο ισχυρούς δεσμούς ταυτόχρονα με τη φύση και τη μεταφυσική στη σκέψη της – και γιατί ανέδειξε τόσους ιδεαλιστές φιλοσόφους και ρομαντικούς, ακροβατώντας στα όρια της εσχατιάς των πάντων. Οι θεοί και η μυθολογία της αρχαίας Ελλάδας ή της Ρώμης ήταν περισσότερο γήινοι, διαποτισμένοι απ’ το άρωμα και τον ήλιο της Μεσογείου. Ένα κλίμα που ενέπνεε, μεταξύ άλλων, και την ορθολογική σκέψη. Πόσο διαφορετική μπορεί όμως να είναι η σκέψη που διαμορφώνεις καταμεσής τοπίων παραδομένων στην ομίχλη και το χιόνι! Εκεί όπου τα πράγματα νιώθεις πως είναι πάντα κάτι περισσότερο από αυτό που δείχνουν – και που σπάνια φανερώνονται στην ολότητά τους!
Πώς να μη διαμορφώσουν οι αδερφοί Γκριμ τη συλλογή των σκοτεινών παραμυθιών τους σε μια χώρα, όπου ακόμα και τα σπίτια δεσπόζουν στο τοπίο σαν δράκοι που αναδεύονται στον ύπνο τους – και τα δέντρα μοιάζουν σαν αρχέγονοι πολεμιστές και φύλακες μυστικών που χάθηκαν στο μεταίχμιο των θρύλων;
Μπορείς να εμπιστεύεσαι αυτό που βλέπεις με τα μάτια σου; Είναι η γριούλα που κατοικεί σ’ εκείνο το σπίτι μια απλή κάτοικος; – ή πρόκειται μήπως για τη ροδομάγουλη Γριά των μύθων, φιλόξενη κι επικίνδυνη ταυτόχρονα; Κι αυτός ο μοναχικός περιπατητής στο βάθος, που βλέπεις να βγάζει βόλτα τον σκύλο του; Μήπως είναι ο ιππότης με το άλογο μεταμορφωμένος;
Και η φωτεινή κουκίδα στον ουρανό; Ποια σχέση μπορεί να έχει με τον βασιλιά Ήλιο, όπως τον ζούμε και τον γνωρίζουμε στη χώρα μας; Όχι, δεν είναι αυτός ο ήλιος! Μάλλον είναι κάποιος άλλος πλανήτης – σαν εκείνον που φιλοξενούσε τους Μεγάλους Παλαιούς. Ένας πλανήτης που αποκαλύπτεται μόνο τις μέρες της βαθύτερης ομίχλης – όταν όλα τ’ άλλα κρύβονται.
Το ομιχλώδες τοπίο μοιάζει με ατελή πίνακα ζωγραφικής. Από εκείνους που ζωγραφίστηκαν ως ένα σημείο – κι αφήνονται έπειτα στην κρίση του παρατηρητή. Λες και ο μεγάλος Ζωγράφος άφησε το πινέλο στα μισά και είπε: «Σειρά σου τώρα! Συμπλήρωσε εκείνα που δεν δείχνω.»
«Πώς να τα συμπληρώσω;», ρωτάς. «Με τη φαντασία σου», λέει.
Κάπως έτσι γεννιούνται οι μύθοι και οι θρύλοι. Χάρη σ’ εκείνο που μένει ατελές. Εκείνο που υπονοείται – μα ποτέ δεν λέγεται.
Εκείνα που δεν χωράνε αλλού
Ο σκυλάκος στις ακόλουθες φωτογραφίες είναι ο Σνούπι – ο σκύλος της αδερφής μου, ολίγων μηνών, κυνηγόσκυλο. Από εκείνα τα σκυλιά που με κάνουν, ορκισμένο γατοκούνελο, ν’ αγαπήσω περισσότερο το είδος των σκύλων. Αξιαγάπητε Σνούπι, δεν θα ξεχάσω τις βόλτες που κάναμε στα χιόνια!
Κατάστημα στον τοίχο του οποίου δεσπόζουν ρητά συγγραφέων. Μαρκ Τουέιν, Τζον Στάινμπεκ, Λάο Τσε, Λα Ροσφουκώ… Γιατί δεν έχουμε αντίστοιχα κι εμείς;
Κατάστημα με μεταχειρισμένα έπιπλα. Η διακόσμηση στην πινακίδα για άλλη μια φορά κάνει τη διαφορά.
Τράβηξα πολλές πόρτες, εδώ κι εκεί. Αυτή εδώ είναι ίσως η αγαπημένη μου.
Ψέματα. Η ακόλουθη πόρτα είναι η αγαπημένη μου. Βγαλμένη κατευθείαν από κάποιο βαυαρικό “Χάρι Πότερ”.
“Are you fucking retarted?” – Ίσως η ωραιότερη διατύπωση μιας πραγματικότητας που αφορά πλήθος κόσμου στις μέρες μας. Το αποτύπωσα στον φωτογραφικό φακό με την ίδια ευχαρίστηση που τραβούσα τους καθεδρικούς ναούς και τα τοπία.
Μεταξύ άλλων, ήταν διάσπαρτη παντού και η ακόλουθη αφίσα τσίρκου. Όπου και αν πήγαινες έβλεπες αυτόν τον κλόουν να σε κοιτάζει. Υποθέτω γερμανός ξάδερφος του «Αυτού». Έτσι εξηγούνται πολλά πράγματα.
Πρωινός καφές στο σπίτι της αδερφής μου, με θέα το χίονι και ανάγνωση του κατάλληλου βιβλίου. Για κάτι τέτοια έκανα αυτό το ταξίδι, αγαπητέ αναγνώστη. Λίγα πράγματα συγκρίνονται με τις μικρές καθημερινές απολαύσεις.
Δες πώς κρέτεται ο σταλακτίτης από αυτή την ομπρέλα.
Νά κι ένας μακρινός συγγενής!
Αγαλματάκια γάτας στο παράθυρο ενός σπιτιού. Το ήξερες πως θα συμπεριλάβω έστω και μία φωτογραφία με αιλουροειδή. Ιδού, λοιπόν. Θα ήθελα να γνωρίσω την κάτοικο αυτού του σπιτιού.
Στα αξιοσημείωτα της παραμονής μου ανήκει και η επίσκεψή μου σ’ ένα μουσείο κόμικς μιας γειτονικής κωμόπολης. Μα θα φυλάξω τις σχετικές εντυπώσεις για μια ξεχωριστή ανάρτηση – το αξίζει. Εδώ θα περιοριστώ σε μια ωραία φωτογραφία του περίχωρου της γειτονιάς του μουσείου, με το δέντρο να σκορπίζει το φιλόξενο φως του, μια γραφική γέφυρα και δυο φιγούρες που θα μπορούσαν να έχουν ξεπροβάλλει απ’ τον «Χριστουγεννιάτικο Εφιάλτη» του Τιμ Μπάρτον.
Είναι αδύνατο να μη σου τραβήξει την προσοχή αυτή η καταπληκτική βάρκα στη Νυρεμβέργη – με τον θάνατο να επιβαίνει πλάι σε άλλους επιβάτες. Απόλυτα ταιριαστή με μια πολιτεία που διατηρεί έντονο το μεσαιωνικό της χρώμα.
Ποδήλατα στην πόλη. Τόσα χρόνια ανεβάζω φωτογραφίες από τα ταξίδια μου με τα ποδήλατα στην πόλη. Τόσα χρόνια στις ευρωπαϊκές πόλεις βλέπω παντού γύρω μου ποδηλάτες και ποδήλατα. Και πάντα εκφράζω το ίδιο παράπονο: γιατί στη χώρα μας είμαστε ακόμα τόσο πίσω στην κουλτούρα του ποδήλατου και στη δημιουργία ποδηλατόδρομων; Σαν ποδηλάτης ο ίδιος, έχω βαρεθεί να νιώθω σαν πολίτης Β κατηγορίας… “Μόνο δύο ποδήλατα επιτρέπονται ανά συρμό”, επαναλαμβάνει μηχανικά η φωνή κάθε φορά που παλεύω να στριμωχτώ στο τελευταίο βαγόνι του ηλεκτρικού – και ορισμένοι επιβάτες με κοιτάζουν λες και “πιάνω χώρο”… Αυτά, ενώ αδυνατώ να κινηθώ στο 90% των ελληνικών δρόμων, ως γνωστόν, μη τυχόν και πέσει κανένας οδηγός καταπάνω μου. Ως πότε πια;
Δεν επιθυμώ να εξιδανικεύσω τη γερμανική πραγματικότητα. Το φετινό ταξίδι μου ανήκει στα πιο ταλαίπωρα που έχω κάνει: η γερμανική εταιρία πτήσης έχασε τις αποσκευές μου και χρειάστηκε να περιμένω τέσσερις μέρες για να τις παραλάβω – ενώ στην επιστροφή ακύρωσαν τελευταία στιγμή την πτήση μου. Αξιοσημείωτα κακή οργάνωση για την εταιρία ενός λαού που φημίζεται για την οργανωτικότητά του. Μα στην καθημερινότητα της αστικής ζωής διέκρινα τα θετικά της γερμανικής οργάνωσης. Στη Γερμανία όταν λένε «ανακύκλωση» το εννοούν – και δεν υπάρχει σπίτι ή δρόμος που να μην έχει κάδους πολλαπλών χρωμάτων, διαφορετικούς για αποφάγια, συσκευασίες και λοιπά σκουπίδια.
Οι δρόμοι ήταν πεντακάθαροι και υποδειγματικά κατασκευασμένοι – και αν ήσουν οδηγός, δεν αντιμετώπιζες την παραμικρή δυσκολία. Υπήρχαν ποδηλατόδρομοι, φαρδιά πεζοδρόμια, κατατοπιστικές πινακίδες. Σε πάρκα και πλατείες ξεχώριζαν κάδοι απ’ τους οποίους προμηθευόσουν δωρεάν σακούλες για την καθαριότητα των σκύλων. Όλα φορολογούμενα, βέβαια – χρήσιμα, ωστόσο. Απέναντι απ’ το σπίτι της αδερφής μου, ξεχώριζε ένας μεγάλος κάδος υποδοχής παλιών ρούχων και παπουτσιών – τα οποία κατέληγαν στους φτωχότερους. Θα ήταν εξαιρετικά ευπρόσδεκτο αν διαθέταμε αντίστοιχα.
Στην αντίπερα όχθη της γερμανικής οργάνωσης, θα έλεγα πως δεσπόζει η πειθαρχία που επιβάλλεται ήδη από την πρώτη τάξη του σχολείου. Το διαπίστωσα με τη μελέτη για το σπίτι που ήταν υποχρεωμένος να καταβάλλει καθημερινά ο εξάχρονος ανιψιός μου – καθώς και με την υπερβολική προσήλωση των δασκάλων στον κανόνα: η δασκάλα διόρθωσε στην ορθογραφία μιας άσκησης όλα τα γράμματα «α» του ανιψιού, επειδή ήταν γραμμένα με «ουρίτσα» στο «ι» – και ο γερμανικός κανόνας υπαγορεύει πως το «ι» πρέπει να είναι επίπεδο, δίχως ουρά…
Αν απουσιάζεις απ’ το σχολείο λόγω ασθένειας, σου ετοιμάζουν έναν φάκελο με μαθήματα για το σπίτι – τον οποίο και παραλαμβάνεις από ένα καλάθι στην είσοδο του σχολείου. Υποχρεωτικά. Δεν υπάρχει εδώ «θα πάρω τηλέφωνο τον Γιαννάκη να μου πει τί κάναμε σήμερα στην τάξη». Έτσι μεγαλώνουν τα παιδιά στη Γερμανία – υποδειγματική οργάνωση και προσήλωση στον κανόνα. Με όλα τα θετικά και τα αρνητικά που φέρει αυτός ο τρόπος εκπαίδευσης.
Γιαούρτι “Ellinas”. Δεσπόζει στα ράφια των γερμανικών σουπερμάρκετ. Ναι, είναι κιτς. Κάθε κουταλιά του έκανε την ελληνικότητα να ξεχειλίζει μέσα μου.
Σιγά μην έλειπε από αυτή την πελώρια παρουσίαση κι ένα βιβλιοπωλείο! Οι φωτογραφίες από τη Νυρεμβέργη. Σε όλες τις χώρες και όλες τις πόλεις του κόσμου, τα βιβλιοπωλεία είναι πάντα όμορφα.
Παραδοσιακοί Räuchermännchen στο χριστουγεννιάτικο παζάρι της Νυρεμβέργης. Μικροσκοπικοί καπνιστές που ανάβουν με αρωματικό κάρβουνο και ξεφυσούν καπνό από το στόμα τους. Ο κύριος με τον κόκκινο σκούφο και τη μπλε κούπα καπνίζει εδώ και λίγες μέρες στο Λαγούμι μου.
Να κι ένα παιδάκι στη βιτρίνα ενός καταστήματος, που επιβαίνει ένα ξύλινο αλογάκι.
Ένα ελάφι στο χιόνι! Όχι αληθινό, δυστυχώς. Είδα όμως σκίουρους. Δυστυχώς οι τελευταίοι δεν ήταν τόσο υπομονετικοί για να τους αποτυπώσω στον φωτογραφικό φακό – σε αντίθεση με το ευγενέστατο αυτό (αν και ψεύτικο) ελάφι.
Πολλά κοράκια στην παγωμένη λίμνη. Πού να τα ακούσεις να κροάζουν στη λευκή απεραντοσύνη. Ένιωθες πως θα ξεπροβάλλουν από κάπου οι θεοί κάποιου μακρινού Λυκόφωτος, με τον μονόφθαλμο Όντιν να προπορεύεται καβάλα στη Μεγάλη Άρκτο…
Ένα διαφορετικό πουλί. Έβρισκες πολλά χνάρια του εδώ κι εκεί στα χιόνια.
Ένα γάντι στημένο σε πάσαλο που σε χαιρετάει, στη μέση του πουθενά. Σκέψου να το δεις το βράδυ και να φωσφορίζει.
Σε μια μικρή προβλήτα, στο άκρο της λίμνης, ξεχώριζε μια επιγραφή που έλεγε πως «απαγορεύονται οι βουτιές». Πάνω που ήμουν έτοιμος να βουτήξω!
Αιώρα στα χιόνια. Όχι πες μου, υπάρχει τίποτα καλύτερο;
Δες πώς το χιόνι μοιάζει με μπαλίτσες από βαμβάκι, έτσι όπως στρογγυλοκάθισε στο δέντρο!
Ήλιος που μοιάζει παγιδευμένος σε ιστούς, χαμένος στον λαβύρινθο των παγωμένων κλαδιών… Παραμένει εκεί, πάντως, έστω και μπλεγμένος στο κουβάρι τους. Σαν την προσδοκία των καλύτερων ημερών που προσδοκούμε να έρθουν…
Να και μια φωτογραφία που την έκανα ξεχωριστό κείμενο. «Μια καρδιά στο χιόνι» – και το οποίο μπορείτε να διαβάσετε εδώ.
Πιείτε Glühwein. Αφού το βράσετε πρώτα. Εγγυημένη απόλαυση για τις κρύες νύχτες.
Weihnachtsmarkt
Επιστροφή στην πραγματικότητα – και θα κλείσω, όπως αρμόζει, με μια καλή γεύση από Χριστούγεννα!
Μία και μοναδική ήταν η φετινή μας επίσκεψη στη Νυρεμβέργη – πόλη ξακουστή για τα ρολόγια της, γενέτειρα του Άλμπρεχτ Ντύρερ και περίφημη για τις «δίκες» των ναζί. Ήταν αρκετή όμως για ν’ αντλήσουμε μια αρωματισμένη γεύση της παραδοσιακής υπαίθριας χριστουγεννιάτικης αγοράς – ο λόγος, φυσικά, για το Weihnachtsmarkt.
Χριστουγεννιάτικα στολίδια όλων των ειδών, παραδοσιακοί ξυλόγλυπτοι Räuchermännchen, Άγιοι Βασίληδες και Καρυοθραύστες όλων των ειδών και μεγεθών, Αρκούδες και Αρκουδάκια, Άγγελοι και Αγγελάκια, Μικροί Τυμπανιστές, Καμπανάκια, Γιρλάντες και ό,τι άλλο γέννησε η πλούσια χριστουγεννιάτικη παράδοση… Αυτά, ενώ σε κατακλύζουν οι μυρωδιές από τα ψητά λουκάνικα, τα ατέλειωτα σοκολατένια γλυκίσματα και το γλυκύτατο Glühwein, που μοιραζόταν σε πάγκους (όχι αφιλοκερδώς, φυσικά).
Ήταν εύκολο να σκορπίσεις μια μικρή περιουσία εδώ – υπερβολικά εύκολο. Κάνοντας δώρα στους φίλους και κάνοντας δώρα στον εαυτό σου. Τσέπη μου, προσπάθησα. Αλήθεια, προσπάθησα.
Στην κορυφή του λόγου, πάνω από τις μυρμηγκιές του πλήθους που κατέκλυζαν το Weihnachtsmarkt, δέσποζε το κάστρο της Νυρεμβέργης. Δύο (ή μήπως ήταν τρεις;) καθεδρικοί ναοί σκόρπιζαν τον γλυκόλαλο ήχο της καμπάνας, που έσμιγε με τη χαρούμενη βοή του πλήθους. κρύο ήταν τσουχτερό – δεν σε ένοιαζε όμως, η περιπλάνηση γύρω από τους χριστουγεννιάτικους πάγκους, η ομορφιά των σπιτιών, η επιβλητική παρουσία των καθεδρικών ναών, η θέα απ’ τη γέφυρα, το ζούζουνισμα του κόσμου… ήταν αρκετά για να ζεστάνουν την καρδιά σου.
Αυτά… και ο ενθουσιασμένος Σνούπι, που έτρεχε εδώ κι εκεί σαν αλλοπαρμένος, ξετρελαμένος που έβλεπε τόσο κόσμο για πρώτη φορά στη ζωή του και οσμιζόταν τέτοια θεόρατα εδέσματα.
Κατόπιν έξυπνης προτροπής του κουνιάδου μου, αντισταθήκαμε στον πειρασμό να πιούμε επιτόπου Glühwein (και να μας απομυζήσουν τα χρήματα – κατά τον ίδιο τρόπο που δεν θα κάτσουμε να φάμε «γύρο και τζατζίκι» σε κάποιο απ’ τα τουριστικά καταστήματα του κέντρου) – και επιλέξαμε να αγοράσουμε δυο μπουκάλια από το σουπερμάρκετ, τιμώντας τα με την ησυχία μας στο σπίτι.
Δεν έχει σημασία πού περνάς τις μέρες των γιορτών – σπίτι σου ή μακριά. Σημασία έχει να διατηρείται άσβεστη εκείνη η ζέστη στην καρδιά σου. Η ζέστη των ημερών που σκόρπισαν και χάρισαν τις αναμνήσεις τους… και η ζέστη των ελπίδων που τρέφεις για το μέλλον. Και αν τα πράγματα δεν πήγαν όπως ακριβώς επιθυμούσες… μην πτοείσαι. Πιες μια κούπα αχνιστού Glühwein – ή ένα ποτήρι μυρωδάτου ελληνικού κρασιού – και κάνε μια ευχή μαζί μου: μια ευχή πως θα έρθουν καλύτερες μέρες.
Καλά Χριστούγεννα και χαρούμενος ο Νέος Χρόνος!
Το Φονικό Κουνέλι, Δεκέμβρης του 22
4 Responses
Υπέροχη, χορταστική, γιορτινή και ταξιδιάρικη η ανάρτησή σου, Κούνελε, από αυτές που απολαμβάνω απεριόριστα. Εξαιρετικές φωτογραφίες, όπως πάντα, και απόλυτα ταιριαστές με το κείμενό σου, το οποίο, σε αντίθεση με τις περισσότερες φωτογραφίες που είναι πνιγμένες στο χιόνι, αποπνέει μια γλυκιά θαλπωρή. Χαίρομαι που πέρασες τόσο όμορφα και που φόρτισες τις μπαταρίες σου, τόσο με τα όμορφα, χιονισμένα τοπία, όσο και με την επαφή με τους αγαπημένους σου ανθρώπους!
Πολλούς, εορταστικούς χαιρετισμούς
Κούνελε, μαζί σου ταξίδεψα κι εγώ για λίγο, έτσι να υπάρχει κι αυτή η ψευδαίσθηση να δει φως!
Θαυμάσιες φωτογραφίες και αρκετά ψαγμένες…
Μου θύμισες ένα δικό μου παλιό ταξίδι.
Το σημαντικό είναι ότι άλλαξες παραστάσεις και βρέθηκες κοντά σε πολύ αγαπημένα σου πρόσωπα και μάλιστα σε μια ιδανική εποχή!
Το σκυλάκι της αδελφής σου φιγουρίνι, σαν τις διακοσμητικές γατούλες (πώς τις πέτυχες βρε αθεόφοβε;) στα χιονισμένα παράθυρα!
Εύχομαι συχνές τέτοιες εξορμήσεις!
Χρόνια πολλά!
Αγαπητέ μας φίλε, Κούνελε. Χρόνια πολλά φίλε μου! Να είσαι πάντα καλά, γερός, δυνατός, δημιουργικός. Μας πήγες σε ένα μαγικό ταξίδι, το οποίο το απολαύσαμε με τρόπο, που εσύ μπορείς να μάς δώσεις. Ειλικρινά μαγικό. Σε ευχαριστούμε πολύ.
Να σου ευχηθώ καλή χρονιά φίλε μου, με ότι καλύτερο.
@ Πίπη, Γλαύκη, Γιάννη… να είστε καλά, φίλοι μου. Είμαι χαρούμενος που μοιράστηκα κάποιες από τις εικόνες και τις σκέψεις που μου γέννησε το ταξίδι μαζί σας. Σας εύχομαι ολόθερμα Καλή Χρονιά!!