Το αστέρι που γελά… Ξαναδιαβάζοντας τον Μικρό Πρίγκιπα

Enter the rabbit's lair...

Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ

Η αλεπού, το λουλούδι και το αστέρι που γελά

Ξαναδιαβάζοντας τον «Μικρό Πρίγκιπα» λοιπόν. Μεταξύ μας, είναι κάτι εύκολο. Πρόκειται για ένα βιβλίο μικρό σε έκταση, από εκείνα που μπορεί κάποιος να διαβάζει επανειλημμένα, ξανά και ξανά – μα για κάποιο λόγο, κάθε φορά θα φαίνεται ελαφρώς διαφορετική από την προηγούμενη. Μπορεί να αισθάνεσαι χαρούμενος και να διαβάσεις τον «Μικρό Πρίγκιπα». Μπορεί να είσαι θλιμμένος. Μπορεί να αισθάνεσαι θυμό. Μπορεί απλά να θέλεις να περάσεις την ώρα σου – μα ανεξαρτήτως της διάθεσης που έχεις, το θαυματουργό αυτό βιβλιαράκι θα κατορθώνει πάντα να μιλήσει μέσα σου.

Πρόκειται για το δημοφιλέστερο μυθιστόρημα της γαλλικής γλώσσας του 20ου αιώνα. Συγκαταλέγεται στα κλασικότερα βιβλία που γράφτηκαν ποτέ. Οι διασκευές που γνώρισε και γνωρίζει παγκοσμίως (στην οθόνη, σε παιχνίδια, σε θέατρο και αλλού) είναι ατελείωτες. Είναι επίσης ένα βιβλίο που, θαρρώ, το έχουμε όλοι μας διαβάσει – ή σχεδόν όλοι. Εξ’ ου και το «ξαναδιαβάζοντας» στον τίτλο. Μια φορά δεν είναι αρκετή, ούτε δύο, ούτε τρεις. Το βιβλιαράκι αυτό θα έπρεπε να αναγιγνώσκεται ως μέρος της διεθνούς παράδοσης, κυριολεκτικά. Να μοιράζεται δωρεάν σε όλα τα σχολεία, παντού στον κόσμο, κατά την περίοδο των Χριστουγέννων ή τις πρώτες μέρες του Νέου Έτους – μα να μην συνιστά μέρος της εξεταστέας ύλης ασφαλώς, καθώς θα κατέστρεφε πλήρως το νόημα και την ουσία του. Να διαβάζεται ελεύθερα, να απορροφάται από τις αισθήσεις μας όπως το άρωμα ενός λουλουδιού.

Προσωπικά αισθάνομαι τυχερός που διάβασα το βιβλίο πρώτη φορά στην έκτη δημοτικού, μετά από παρότρυνση του δασκάλου μας. Ήταν ένα από τα δύο βιβλία που μας είχε πει να αγοράσουμε τον καιρό εκείνο – το άλλο ήταν τα «Παλάτια της Κνωσού» του Καζαντζάκη. Δε θα ξεχάσω ποτέ αυτόν τον δάσκαλο μου – τον κύριο Χρήστο, τη θέληση του να μεταλαμπαδεύσει σε μας όχι αποστειρωμένες γνώσεις, τέτοιες που σε λίγα χρόνια θα ξεχνούσαμε ούτως ή άλλως, τόσο χαρακτηριστικές του εκπαιδευτικού μας συστήματος – μα κάτι περισσότερο διαχρονικό και ουσιώδες.

Και αν μεγαλώνοντας τοποθετούσαμε το μικρό αυτό βιβλίο στο ράφι, αδιαφορώντας πλέον για τα μηνύματα και το περιεχόμενο του, θα είχαμε κάνει ένα πολύ μεγάλο λάθος. Ο «Μικρός Πρίγκιπας», βλέπετε, ανήκει σε εκείνα τα έργα που απευθύνονται ακόμα περισσότερο στους ενήλικες, παρά στα παιδιά. Και ο λόγος είναι απλός: τα παιδιά θα κατανοήσουν ούτως ή άλλως τη γλώσσα του. Οι ενήλικες όμως όχι – θα χρειαστεί να εμβαθύνουν στα σκονισμένα συρτάρια της απολεσθείσας φαντασίας τους, να αναμοχλεύσουν την απλή αλήθεια που ξέχασαν κοιτάζοντας το δάχτυλο που στρέφει προς τον ουρανό – μα όχι τον ουρανό τον ίδιο. Οι ενήλικες έχασαν το νόημα και περιπλανώνται άσκοπα στην έρημο – όπως ο πρωταγωνιστής του βιβλίου, μα όχι από ατύχημα. Συχνά χτίζουν κάστρα στην άμμο και οχυρώνονται πίσω από τα τείχη τους.

Μα αν πλησίαζε ο μικρός πρίγκιπας σίγουρα θα απορούσε. Ποιο το νόημα να χτίζεις κάστρα σε μια έρημο, αντί ν’ αναζητήσεις μια δροσερή πηγή νερού, να ανακουφίσεις τη δίψα σου και ν’ απολαύσεις τη δροσιά.

Συγγραφέας του «Μικρού Πρίγκιπα» ήταν ο Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ. Ήταν πιλότος ο ίδιος και η αφήγησή του προσλαμβάνει σχεδόν αυτοβιογραφικά χαρακτηριστικά, περιγράφοντας το ατύχημα και την προσγείωση του αεροπλάνου του καταμεσής της Σαχάρας, και την ακόλουθη προσπάθεια του να το επισκευάσει και να βρει νερό. Τότε είναι που συναντάει τον μικρό πρίγκιπα, ο οποίος είχε προσγειωθεί στη Γη μέσω ενός αστεροειδή, αναζητώντας κάποια μορφή ζωής. Ο συγγραφέας μας δίνει την εντύπωση πως είχε όντως γνωρίσει έναν τέτοιο πρίγκιπα και πως η αφήγηση του, όσο εξωπραγματική και αν ακούγεται, είναι βαθιά αληθινή. Σε ένα επίπεδο πρόκειται ασφαλώς για μυθιστορία. Μα σε ένα άλλο επίπεδο ο μικρός πρίγκιπας υπάρχει – αρκεί κανείς να «κοιτάξει τον ουρανό τη νύχτα και να βλέπει τα αστέρια που γελούν».

Η περιπλάνηση στην έρημο

Η εμπειρία του ατυχήματος στην έρημο είναι βγαλμένη από αληθινό περιστατικό στη ζωή του συγγραφέα, λίγα χρόνια πριν. Ήταν Δεκέμβριος του 1935 όταν ο Σαιντ-Εξυπερύ, παρέα με έναν φίλο του και βοηθό πιλότου, γκρεμίστηκαν με το αεροπλάνο τους στην έρημο Σαχάρα. Συμμετείχαν σ’ έναν αεροπορικό αγώνα δρόμου, με προορισμό τη Σαϊγκόν, από εκείνους που είχαν έπαθλο και ήταν δημοφιλείς τον καιρό εκείνο.

Όμως το αεροπλάνο τους τσακίστηκε και αν οι ίδιοι σώθηκαν, είχαν πλέον απομείνει μόνοι μες στην ερημιά. Τα τρόφιμα ίσα που επαρκούσαν για μια μέρα – λίγο κρασί, ένα θέρμος με καφέ, λίγα σταφύλια και ένα μοναδικό πορτοκάλι. Η δοκιμασία που ακολούθησε ήταν κυριολεκτικά μυθιστορηματική. Οι περιπλανώμενοι άρχισαν να βλέπουν οφθαλμαπάτες, από εκείνες που επιφέρει ο καυτερός, αφρικανικός ήλιος και τα αρίφνητα, χρυσαφιά βουνά της άμμου, που απλώνονταν μέχρι τον ορίζοντα. Μια αφιλόξενη θάλασσα αμμόλοφων και δυο εγκαταλελειμμένοι ταξιδιώτες βυθισμένοι μέσα της, σα κάκτοι σε γυμνό ορίζοντα. Η μία μέρα παραχώρησε τη θέση της στην άλλη και οι άτυχοι περιπλανώμενοι αφυδατώθηκαν. Κάθε ελπίδα φαινόταν πια να χάνεται.

O Σαιντ-Εξυπερύ στην έρημο, το 1935

Για καλή τους τύχη όμως έτυχε να τους δει ένας βεδουίνος της ερήμου, ενώ τη διέσχιζε πάνω στην καμήλα του. Ήταν η τέταρτη μέρα της περιπλάνησής τους. Ο βεδουίνος τους πρόσεξε, ενώ βρίσκονταν στα πρόθυρα της ολικής κατάρρευσης. Τους περιμάζεψε και τους συνέφερε, μέσω μιας τοπικής θεραπευτικής διαδικασίας παροχής νερού. Κάπως έτσι οι ταξιδιώτες σώθηκαν – και ο Σαιντ-Εξυπερύ άντλησε την έμπνευση που θα τον οδηγούσε να περιγράψει ένα αντίστοιχο περιστατικό, λίγα χρόνια μετά, στο βιβλίο του.

Ποιος ξέρει. Ίσως ο βεδουίνος φάνταζε σαν κάποιος Πρίγκιπας από έναν άλλο, μακρινό πλανήτη, στα μάτια του… Ίσως πάλι μεταξύ των ψευδαισθήσεων που είχαν κατακλύσει την όραση του τις φοβερές εκείνες μέρες να ήταν και εκείνη η χαριτωμένη αλεπού που είχε αντικρίσει παλιότερα, ενώ εργαζόταν ως ταχυδρομικός πιλότος και έκανε πτήσεις πάνω απ’ τη Σαχάρα. Ήταν μια Φενέκ, από εκείνες τις χαρακτηριστικές αλεπούδες της ερήμου με τα μεγάλα αυτιά – σαν αυτή που βλέπουμε στην εικόνα. Ο Σαιντ-Εξυπερύ την είχε θαυμάσει και είχε μάλιστα στείλει ένα γράμμα στην αδερφή του, λέγοντας πως θα επιθυμούσε να αναθρέψει μία τέτοια, όμορφη και ιδιαίτερη αλεπού.

Desert fox... Photograph by Francisco Mingorance

Photograph by Francisco Mingorance

Ο βεδουίνος, η αλεπού, η έρημος… Τα υλικά όλα ήταν εκεί. Μα το στοιχείο εκείνο που τα έδεσε μεταξύ τους και συνέβαλε στη δημιουργία του «Μικρού Πρίγκιπα» ήταν η εντύπωση που είχε αποκομίσει ο συγγραφέας, στα χρόνια της ζωής του, από τον κόσμο που τον περιέβαλλε. Όχι τον φυσικό κόσμο αυτή τη φορά, με τα αχανή, επικίνδυνα (μα και όμορφα) τοπία του, ή τα ζώα που τον κατοικούν… μα από τους ανθρώπους – τις κοινωνίες που έχουν χτίσει, τις ζωές που διάγουν, τις αντιλήψεις που τους κυβερνούν και σαν άνεμος στην έρημο τους «φυσούν εδώ κι εκεί». Σε ένα ταξίδι στο τρένο, λίγους μήνες πριν το ατύχημα στην έρημο, κι ενώ βρισκόταν καθ’ οδόν προς τη Ρωσία, ο Σαιντ-Εξυπερύ παρατήρησε κάποιες οικογένειες φτωχών Πολωνών, ενώ επέστρεφαν στην πατρίδα τους. Είχε γράψει τότε:

“Κάθισα αντικρίζοντας απέναντι μου ένα ζευγάρι που κοιμόταν. Ανάμεσα στον άντρα και τη γυναίκα ένα παιδί είχε καταχωνιαστεί και το είχε πάρει ο ύπνος. Γύρισε στον ύπνο του και στο αχνό φως της λάμπας πρόσεξα το πρόσωπό του. Τι αξιαγάπητο πρόσωπο! Ένα χρυσαφένιο φρούτο είχε γεννηθεί από τους δύο αυτούς χωριάτες… Αυτό είναι πρόσωπο μουσικού, είπα στον εαυτό μου. Αυτό είναι το παιδί Μότσαρτ. Αυτή είναι μια ζωή γεμάτη όμορφες ελπίδες. Οι μικροί πρίγκιπες των θρύλων δε διαφέρουν και πολύ από αυτό. Αν προστατεύεται, αν του παρέχεται ζεστασιά, αν καλλιεργείται, τι δε θα μπορούσε να γίνει αυτό το παιδί μεγαλώνοντας; Όταν από κάποια μετάλλαξη ένα νέο τριαντάφυλλο ξεφυτρώνει σ’ έναν κήπο, όλοι οι κηπουροί χαίρονται. Ξεχωρίζουν αυτό το τριαντάφυλλο, το περιποιούνται και το ανατρέφουν. Μα για τους ανθρώπους δεν υπάρχει κηπουρός. Ο μικρός αυτός Μότσαρτ θα διαμορφωθεί όπως όλοι οι υπόλοιποι, από την κοινή μηχανή τυποποίησης… Ο μικρός αυτός Μότσαρτ είναι καταδικασμένος”. (“A Sense of Life: En Route to the U.S.S.R”).

Ο κόσμος των ενηλίκων

O κόσμος που έχτισαν οι άνθρωποι. Ο κόσμος της σφραγίδας και της τυποποίησης. Ο κόσμος των ενηλίκων, των οποίων η φαντασία αφυδατώθηκε όπως ο περιπλανώμενος στην έρημο. Για τον κόσμο αυτόν μιλάει ο «Μικρός Πρίγκιπας» – γι’ αυτόν τον λόγο συνιστά πρώτα απ’ όλα, ένα βιβλίο για μεγάλους, γραμμένο όμως σε γλώσσα παιδική.

Το βιβλίο διανθίζεται με τις απλές, μα όμορφες εικονογραφήσεις του συγγραφέα – απαραίτητες για την πλοκή και κατανόηση του. Ο συγγραφέας μάλιστα συχνά απολογείται, εξηγώντας στον αναγνώστη πως οι εικόνες του δεν είναι πολύ καλές – τον είχαν, βλέπετε, αποθαρρύνει μικρό από το να συνεχίσει σε αυτόν τον δρόμο και δεν καταλάβαιναν το νόημα των έργων του – στη παιδική του φαντασία ήταν ολοφάνερο πως το σχέδιο εκείνο που μοιάζει με καπέλο αναπαριστά στην πραγματικότητα έναν πελώριο βόα που έχει καταπιεί έναν ελέφαντα. Μα οι ενήλικες έβλεπαν απλά ένα καπέλο.

«Οι μεγάλοι άνθρωποι με συμβούλεψαν ν’ αφήσω κατά μέρος τα σχέδια του φιδιού βόα, είτε κουκουλωμένου, είτε ξέσκεπου και να ασχοληθώ καλύτερα με τη γεωγραφία, την ιστορία, την αριθμητική και τη γραμματική. Είχα απελπιστεί με την αποτυχία του σχεδίου μου νο.1 και του σχεδίου μου νο.2. Αν τους αφήσεις μόνους χωρίς να τους εξηγήσεις, οι μεγάλοι δεν καταλαβαίνουν τίποτα και είναι πολύ κουραστικό για τα παιδιά να κάθονται κάθε λίγο και λιγάκι και να τους δίνουν εξηγήσεις για ό,τι κάνουν».

Έτσι λοιπόν ο συγγραφέας έβαλε, από παιδί κιόλας, στην άκρη τις καλλιτεχνικές του κλίσεις και καταπιάστηκε με άλλα, «σοβαρότερα» πράγματα. Γι’ αυτό και οι ζωγραφιές του μοιάζουν σαν μικρού παιδιού – ήταν οι ίδιες που έκανε μικρός, στο επίπεδο που είχε κατορθώσει να τις προχωρήσει. Μεγαλώνοντας έγινε λοιπόν πιλότος, όπως μας εξηγεί. Και αν γνώριζε κάποιον άλλο ενήλικα και του έδειχνε το σχέδιο του με τον ελέφαντα και τον βόα, εκείνος πάντα απαντούσε πως έβλεπε «ένα καπέλο». «Λοιπόν δεν του μιλούσα πια μήτε για το φίδι βόα, μήτε για τα Παρθένα Δάση, μήτε για άστρα. Πήγαινα με τα νερά του. Του έλεγα έξαφνα για μπριτζ, για γκολφ, για πολιτική και για γραβάτες. Και ο μεγάλος άνθρωπος έμενε πολύ ευχαριστημένος που γνώρισε επιτέλους κάποιον τόσο λογικό σαν την αφεντιά μου».

Τη μέρα όμως που προσγειώθηκε το αεροπλάνο του στην έρημο και συνάντησε τον Μικρό Πρίγκιπα, το παιδί κατάλαβε αμέσως πως η ζωγραφιά αναπαριστούσε έναν βόα που έχει καταπιεί έναν ελέφαντα. Και όταν ο συγγραφέας του πρότεινε να του ζωγραφίσει ένα κουτί με ένα αρνί στο εσωτερικό του, ο μικρός πρίγκιπας ζήτησε να πάρει το κουτί αυτό – με το αρνί – στον πλανήτη του, προκειμένου να του κάνει παρέα…

Ο πλανήτης του μικρού πρίγκιπα ήταν ένας μικροσκοπικός αστεροειδής, σε μέγεθος ενός σπιτιού, τον οποίο ο συγγραφέας ονόμασε Β612 – θυμίζοντας όνομα κάποιου αεροπλάνου. Μα όπως μας εξηγεί “Αν σας μίλησα λεπτομερειακά για τον αστεροειδή Β612 και σας εμπιστεύτηκα τον αριθμό του, το ‘κανα εξαιτίας των μεγάλων ανθρώπων. Οι μεγάλοι άνθρωποι αγαπούν τους αριθμούς. Όταν τους μιλάς, ας πούμε, για έναν καινούργιο φίλο που έκανες, δε σας ρωτούν ποτέ το ουσιώδες, που θα μπορούσε να σας αφορά. Δε σας λένε ποτέ: «Ποιος είναι ο τόνος της φωνής του; Ποια είναι τα παιχνίδια που προτιμά; Αν μαζεύει πεταλούδες». Σας ρωτούν: «Πόσο χρονών είναι; Πόσα αδέρφια έχει; Ποιο είναι το βάρος του; Τι λεφτά κερδίζει ο πατέρας του;» Και έτσι νομίζουν πως τον γνώρισαν.

“Αν πείτε στους μεγάλους: «Είδα ένα ωραίο σπίτι ντυμένο με τριανταφυλλιά τούβλα και με γεράνι στα παράθυρα και με περιστέρια στη σκεπή» θα τους είναι αδύνατο να φανταστούν αυτό το σπίτι. Πρέπει να τους πείτε: «Είδα ένα σπίτι που αξίζει εκατό χιλιάδες φράγκα». Αμέσως θα φωνάξουν: «Πόσο πρέπει να είναι ωραίο!»”

 

Οι πλανήτες

Aυτός είναι ο κόσμος των ενηλίκων – που όλα τα μετράνε και τα υπολογίζουν, τα πολλαπλασιάζουν και τα διαιρούν. Με τον κόσμο αυτό έρχεται σε επαφή ο Μικρός Πρίγκιπας, κατά τη διάρκεια των περιπλανήσεων του. Το έργο σκιαγραφεί με έναν χαρακτηριστικό, βαθιά αληθινό μέσα στην απλότητά του, τις φιγούρες της κοινωνίας των ανθρώπων, ενώ παράλληλα εντάσσει και στοιχεία που παραπέμπουν στη σκληρή πραγματικότητα της εποχής που γράφτηκε – θεωρείται πως τα δέντρα Μπαομπάμπ που απειλούν να πνίξουν με τις ρίζες τους τον μικροσκοπικό πλανήτη του πρίγκιπα είναι αλληγορική έκφραση του ναζισμού, τις δυνάμεις του οποίου και πολεμούσε ο συγγραφέας.

Από τις χαρακτηριστικότερες στιγμές του βιβλίου είναι οι πλανήτες/αστεροειδείς που επισκέπτεται ο μικρός πρίγκιπας και οι διάλογοι που ανταλλάσσει με τους μοναδικούς κατοίκους αυτών των μικροσκοπικών πλανητών – κάθε κάτοικος και μια αλληγορική φιγούρα της κοινωνικής πραγματικότητάς μας.

Έτσι λοιπόν συναντά αρχικά έναν Βασιλιά, μεγάλο στην κενοδοξία του, βασιλεύοντας στο τίποτα – μα ο ίδιος θεωρεί πως εξουσιάζει τα αστέρια και τα φαινόμενα της φύσης. Σύντομα όμως διαπιστώνει πως η εξουσία του δεν έχει κανένα νόημα απολύτως, αν δεν έχει υπηκόους πρόθυμους να τον υπακούσουν, ενώ τα ωραιότερα φαινόμενα της φύσης (όπως ένα ηλιοβασίλεμα) δεν εξαρτώνται καθόλου από τη δική του θέληση.

Ωστόσο συνεχίζει να μοιράζει διαταγές και σχεδόν παρακαλεί τον μικρό πρίγκιπα να τον υπακούσει – χαρίζοντας του ως αντάλλαγμα τίτλους και τιμές.

Ο δεύτερος πλανήτης κατοικείται από έναν «κουφιοκεφαλάκη». Πρόκειται για έναν τύπο που επιζητά την προσοχή και τον θαυμασμό των άλλων και γυρεύει συνέχεια να τον χειροκροτούν. «Οι κουφιοκεφαλάκηδες δεν ακούνε παρά μόνο αυτούς που τους παινεύουνε».

Και από τον χαμογελαστό, μα κούφιο άνθρωπο, ο μικρός πρίγκιπας συναντά, στον τρίτο κατά σειρά πλανήτη, έναν άνθρωπο σκυθρωπό και παρηκμασμένο, ριγμένο στην (α)διέξοδο του ποτού. “Γιατί πίνεις”, τον ρωτά.

“Για να ξεχάσω”, απαντά εκείνος.

“Να ξεχάσεις τι;”, ρώτησε ο μικρός πρίγκιπας, που κιόλας άρχισε να τον λυπάται.

“Να ξεχάσω πως ντρέπομαι”, εκμυστηρεύτηκε ο μπεκρής, κατεβάζοντας το κεφάλι του.

“Tι πράγμα ντρέπεσαι;”, ρώτησε να μάθει ο μικρός πρίγκιπας, που ήθελε να τον βοηθήσει.

“Ντρέπομαι που πίνω!”, συμπλήρωσε ο μπεκρής που ξανακλείστηκε οριστικά στη σιωπή”.

Ο τέταρτος πλανήτης ήταν εκείνος του επιχειρηματία – ενός ανθρώπου χαμένου στους λογαριασμούς. Ο επιχειρηματίας είναι περήφανος για τον εαυτό του, καθώς «κατέχει», όπως μας λέει, τα αστέρια. Σε αντίθεση με τον βασιλιά που «απλά» τα εξουσιάζει, εκείνος είναι ο νόμιμός τους ιδιοκτήτης.

“Και σε τι χρησιμεύει να κατέχεις τα άστρα;”, τον ρώτησε απορημένος ο μικρός πρίγκιπας.

“Μα χρησιμεύει να είμαι πλούσιος”, απάντησε ο επιχειρηματίας.

“Και σε τι χρησιμεύει να είσαι πλούσιος;”.

Και ο επιχειρηματίας απαντά, θεωρώντας την απάντηση του ως το λογικότερο πράγμα του κόσμου: “Να αγοράσω άλλα αστέρια, αν μπορούσα από κάποιον να τα προμηθευτώ”.

Στη συνέχεια ο επιχειρηματίας εξηγεί πως αξιοποιεί τα αστέρια διαχειρίζοντας τα. Τα τοποθετεί στην Τράπεζα, γράφοντας σ’ ένα μικρό χαρτί τον αριθμό τους και μετά κλειδώνει το μικροσκοπικό αυτό χαρτί μέσα στο συρτάρι… Και όπως μας εξηγεί, πρόκειται για “κάτι δύσκολο. Μα εγώ είμαι σοβαρός άνθρωπος”.

H φιγούρα του πέμπτου, κατά σειρά, πλανήτη, είναι η «περισσότερο αδικημένη», σύμφωνα με τον μικρό πρίγκιπα. Κάτοικος του είναι ένας φανοκόρος, ρόλος του οποίου είναι να ανάβει και να σβήνει το ένα και μοναδικό φανάρι που δεσπόζει πάνω του – μα καθώς ο πλανήτης περιστρέφεται γρήγορα γύρω από τον ήλιο, οι εναλλαγές της μέρας και της νύχτας είναι συνεχείς – και ο φανοκόρος πρέπει να δουλεύει ασταμάτητα, όλη μέρα κι όλη νύχτα. Για ποιον λόγο εργάζεται τόσο πολύ, ούτε ο ίδιος ξέρει – απλά κάνει εκείνο που θεωρεί πως είναι το σωστό, συνέχεια, σαν άλλος Σίσυφος που σπρώχνει αιωνίως τον βράχο πάνω στο βουνό. Ούτε στιγμή δεν άφησε στην άκρη τη δουλειά του, να απολαύσει λίγο κάποιο από τα ατελείωτα ηλιοβασιλέματα που σκορπίζουν γύρω τους φως και ζεστασιά. Μόνο εργάζεται και αναλογίζεται πόσο όμορφα θα ήταν αν κάποτε μπορούσε να ξεκουραστεί για λίγο.

To λουλούδι και o μοναχικός πλανήτης

Ο έκτος πλανήτης, μεγαλύτερος σε μέγεθος από τους προηγούμενους, κατοικείται από έναν γεωγράφο. Ρόλος του να καταγράφει τις τοπογραφικές λεπτομέρειες κάθε τόπου, με σκοπό τη μελέτη και την έρευνα. Όλα καλά ως εδώ. Μα κάποια στιγμή ρωτάει τον μικρό πρίγκιπα να του περιγράψει τον πλανήτη του… “Ω, στον πλανήτη μου”, είπε ο μικρός πρίγκιπας, “δεν έχει πολλά ενδιαφέροντα. Υπάρχουν τρία ηφαίστεια. Δύο βρίσκονται σε δράση και ένα είναι σβησμένο”. Και συμπληρώνει μετά: “Έχω και ένα λουλούδι”. Μα ο γεωγράφος αποκρίνεται: “Δεν κρατάμε σημειώσεις για λουλούδια”. O μικρός πρίγκιπας εκπλήσσεται. “Γιατί; Είναι το ωραιότερο!”.

Μα ο γεωγράφος εξηγεί πως τα λουλούδια είναι «εφήμερα».

Τότε ο μικρός πρίγκιπας αρχίζει και αναλογίζεται το θέμα της θνητότητας και της σχέσης που είχε αναπτύξει με το ένα και μοναδικό λουλούδι του, εκεί, πίσω στον πλανήτη από τον οποίο ξεκίνησε το ταξίδι. Ένα λουλούδι που μας περιγράφει στην αρχή της αφήγησής του, ντυμένο με κατακόκκινα πέταλα, αρκετά ματαιόδοξο με την εμφάνιση του και μάλλον απαιτητικό, μα ταυτόχρονα εύθραυστο και ευαίσθητο. Το μοναδικό του όπλο απέναντι στον κόσμο που τυχόν το απειλεί είναι τα τέσσερα αγκάθια του. Μα το λουλούδι εξοπλίζεται με θάρρος τη στιγμή που ο μικρός πρίγκιπας αποφασίζει να ξεκινήσει το ταξίδι του και τον ωθεί να ακολουθήσει τον δρόμο του και να μην ανησυχεί για τη δική του τύχη. “Πρέπει να υπομείνω δυο τρεις κάμπιες, αν είναι να μου έρθουν πεταλούδες”, λέει χαρακτηριστικά.

Και έτσι ο μικρός πρίγκιπας αφήνει το λουλούδι πίσω του, φέροντας το πάντα όμως στις αποσκευές της σκέψης του. Και όταν κάποια στιγμή, έχοντας φτάσει πια στη Γη, βλέπει έναν κήπο κατάφυτο με λουλούδια σαν αυτό, όμοια και απαράλλαχτα με το δικό του, βυθίζεται σε απόγνωση. Τι ξεχωρίζει το δικό του λουλούδι από όλα τα υπόλοιπα που υπάρχουν τελικά, σε έναν κόσμο αχανή και ατελείωτο;

Η ιστορία με το λουλούδι συμβολίζει τη σχέση με τους ανθρώπους της ζωής μας. Όντας τριαντάφυλλο, εξάλλου, λέγεται πως ο Σαιντ-Εξυπερύ άντλησε την έμπνευση του από τη γυναίκα του – οι προστριβές και η αλαζονική στάση του λουλουδιού στην αρχή της ιστορίας, που απαιτούσε να το φροντίζουν και θεωρούσε τον εαυτό του σπουδαίο και ιδιαίτερο, θα μπορούσαν να είναι βγαλμένες από κάποια ερωτική ιστορία. Το ίδιο όμως θα μπορούσε να είναι βγαλμένη και η συνέχεια. Όταν ο μικρός πρίγκιπας μπαρκάρει στο διαστημικό του σκάφος (εκείνου ενός σμήνους πουλιών), ξεκινώντας το ταξίδι του, το λουλούδι αναγνωρίζει τα σφάλματά του. Ωστόσο δεν παρεμποδίζει τον μικρό πρίγκιπα από το να πάρει τον δρόμο του. «Πήγαινε εσύ… Εγώ μπορώ να τα καταφέρω και μόνη μου. Μην ανησυχείς για μένα», φαίνεται να του λέει ευγενικά.

το "τριαντάφυλλο" στην προσωπική ζωή του Σαιντ-Εξυπερύ - η γυναίκα του

το “τριαντάφυλλο” στην προσωπική ζωή του Σαιντ-Εξυπερύ – η γυναίκα του

Μα καθώς ο μικρός πρίγκιπας προσγειώνεται στη Γη, συνειδητοποιεί πως το λουλούδι του είναι ένα, καταμεσής ενός κόσμου γεμάτου με λουλούδια σαν αυτό. Λουλούδια που έρχονται και φεύγουν στο άψε σβήσε, σαν μια φλόγα, σε αντίθεση με τα βουνά και τις κοιλάδες που σημειώνει ο γεωγράφος – τα δεύτερα αλλάζουν και χάνονται επίσης, μα σε διάστημα εκατομμυρίων χρόνων. Τι καθιστά λοιπόν το λουλούδι αυτό ξεχωριστό, σε έναν κόσμο που μοιάζει μόνος και έρημος στο διάστημα – σαν το τοπίο που προσγειώθηκε ο συγγραφέας…;

O μικρός πρίγκιπας ανέβηκε σ’ ένα ψηλό βουνό… Τα μοναδικά βουνά που ποτέ του γνώρισε ήταν τα τρία ηφαίστεια που του ερχόντουσαν ίσαμε το γόνατο. Και χρησιμοποίησε το σβησμένο ηφαίστειο σαν είδος σκαμνάκι.

Από ένα τόσο ψηλό βουνό στην κορφή, θα μπορέσω να κοιτάξω ολάκερο τον πλανήτη και όλους τους ανθρώπους… Μα δεν τα κατάφερε να κοιτάξει παρά τις γωνιές των βράχων καλά τροχισμένες.

«Καλημέρα», είπε στην τύχη.

«Καλημέρα… καλημέρα… καλημέρα… αποκρίθηκε η ηχώ.

«Ποιοι είστε;», είπε ο μικρός πρίγκιπας.

«Ποιοι είστε… ποιοι είστε… ποιοι είστε…», αποκρίθηκε η ηχώ.

«Να είστε οι φίλοι μου, είμαι μόνος», ξανάπε ο μικρός πρίγκιπας.

«Είμαι μόνος… είμαι μόνος… είμαι μόνος…» αποκρίθηκε η ηχώ.

Τι παράξενος πλανήτης! σκέφτηκε ο μικρός πρίγκιπας. Ολάκερος είναι ξερός, γιομάτος γωνιές από βράχους αρμυρούτσικους. Και οι άνθρωποι δεν έχουν φαντασία. Ξαναλένε ό,τι ακούσανε. Στον πλανήτη μου είχα ένα λουλούδι! Μιλούσε πάντα πρώτο αυτό. Δεν ήταν καμιά ανάγκη να μιλώ πρώτος εγώ και οι άλλοι να μου αποκρίνονται με τα ίδια λόγια”.

Η αλεπού

Ενώ περιφέρεται μόνος στον παράξενο αυτό κόσμο και έχοντας πλέον διαπιστώσει πως το λουλούδι του μοιάζει με όλα τα υπόλοιπα, που σαν ηχώ επαναλαμβάνουν το μονότονό τους μήνυμα παντού, ο μικρός πρίγκιπας γνωρίζει την αλεπού. Πρόκειται για μια Φενέκ – εκείνες τις αλεπούδες που θαύμαζε ο Σαιντ-Εξυπερύ. Η γνωριμία του με την αλεπού θα απέβαινε κομβική για τον μικρό πρίγκιπα και από πολλές απόψεις, θα λέγαμε, συνιστά το πυρήνα του έργου.

Η αλεπού πλησιάζει με επιφύλαξη τον μικρό πρίγκιπα και του ζητάει να την εξημερώσει. «Δεν γνωρίζεις παρά τα πράγματα που εξημερώνεις», του λέει χαρακτηριστικά. Τονίζει πως η διαδικασία αυτή χρειάζεται τον χρόνο και την προσοχή της, ενώ είναι πάντα αμοιβαία – μα από τη στιγμή που έχει πια γίνει και έχει εξημερωθεί, «είναι πια υπεύθυνος για εκείνη». Η αγάπη συνεπάγεται φροντίδα και ευθύνη για το πρόσωπο που αγαπάμε. Μα όταν αγαπάμε κάποιον συνειδητοποιούμε πως είναι πια μοναδικός για μας. Το λουλούδι του μικρού πρίγκιπα μπορεί να μοιάζει, εξωτερικά, με όλα τα υπόλοιπα… μα στην καρδιά του μικρού πρίγκιπα κατέχει μοναδική θέση – είναι το επίκεντρο της αγάπης του. Κανένα άλλο δεν υπάρχει σαν αυτό στον κόσμο όλο, στο Σύμπαν ολάκερο. Είναι μοναδικό.

Και ο μικρός πρίγκιπας συνειδητοποιεί την αλήθεια του λόγου της αλεπούς. Πλησιάζει τα λουλούδια, που έμοιαζαν στο δικό του, και τους λέει:

“Δε μοιάζετε διόλου στο τριαντάφυλλό μου, δεν είστε ακόμα τίποτα”, τους είπε. “Κανένας δε σας εξημέρωσε και σεις δεν εξημερώσατε κανέναν. Είστε καθώς ήταν η αλεπού μου. Ήταν μια αλεπού όμοια με εκατό χιλιάδες άλλες. Μα την έκανα φίλη μου και είναι τώρα μοναδική στον κόσμο”.

Και τα τριαντάφυλλα πολύ τους παραξενοφάνηκε.

“Είστε όμορφα, μα είστε άδεια”, τους είπε ακόμα. “Δε θα πέθαινε ποτέ κανείς για χάρη σας. Το ίδιο με το δικό μου τριαντάφυλλο, που ένας διαβατικός θα το έπαιρνε όμοιό σας. Μα εκείνο μονο του είναι πολύ πιο σπουδαίο από όλα σας μαζί, αφού είναι αυτό που μονάχα εγώ το πότισα. Αφού είναι αυτό που εγώ έβαλα κάτω από τον γυάλινο γλόμπο. Αφού είναι αυτό που προφύλαξα από τον άνεμο με το παραβάν. Αφού είναι αυτό που του σκότωσα όλες τις κάμπιες του (εκτός από τις δύο ή τρεις που χρειάζονται για να βγουν οι πεταλούδες). Αφού είναι αυτό που άκουσα να παραπονιέται για τη σιωπή μου, ή να περηφανεύεται για τη συντροφιά μου, ή καμιά φορά και να σωπαίνει. Αφού είναι το τριαντάφυλλό μου”.

Έτσι ο μικρός πρίγκιπας αποχαιρετά την αλεπού, με τη σειρά της. Μα λίγο πριν αποχωριστούν, η φίλη του η αλεπού του εμπιστεύεται το μυστικό της – που είναι μάλλον και η διασημότερη στιγμή του βιβλίου:

“Αυτό είναι το μυστικό μου. Είναι πολύ απλό. Να βλέπεις καλύτερα με την καρδιά. Ω! Aυτό που είναι πραγματικό δεν το βλέπεις με τα μάτια”.

Ο έμπορος του χρόνου

Το τελευταίο μέρος της περιπλάνησής του φέρνει σε επαφή τον μικρό πρίγκιπα με ακόμα ορισμένους ιδιόμορφους κατοίκους του πλανήτη, τον οποίο όσο και εξερευνούσε, τόσο πιο παράξενος του φαινόταν… Ένας κλειδούχος της γραμμής των τρένων του εξηγεί πως οι επιβάτες γυρίζουν αδιάκοπα εδώ κι εκεί, μα σπάνια κοιτάζουν έξω απ’ το παράθυρο, όπως τα παιδιά, απολαμβάνοντας τη θέα… Ακόμα πιο αξιοπερίεργη είναι η συνάντηση του μ’ έναν έμπορο.

“Καλημέρα”, είπε ο μικρός πρίγκιπας.

“Καλημέρα”, είπε ο έμπορος.

Ήταν ένας έμπορος που πουλούσε τελειοποιημένα καταπότια, που καταλαγιάζουν τη δίψα. Καταπίνεις ένα τη βδομάδα και δε θέλεις πια να ξαναπιείς.

“Γιατί τα πουλάς αυτά;”, είπε ο μικρός πρίγκιπας.

“Είναι μεγάλη οικονομία χρόνου”, είπε ο έμπορος. “Οι ειδικοί κάνανε τους υπολογισμούς τους. Εξοικονομούν πενήντα τρία λεπτά τη βδομάδα.

“Και τι τα κάνουν αυτά τα πενήντα τρία λεπτά τη βδομάδα;”

“Τα κάνουν ό,τι θέλουν”, είπε ο έμπορος.

“Αν είχα”, λέει ο μικρός πρίγκιπας, “πενήντα τρία λεπτά να ξοδέψω, θα πήγαινα ήσυχα-ήσυχα σε μια πηγή να ξεδιψάσω…”

Ψηλά στ’ αστέρια

Και ερχόμαστε πάλι στην αρχή της ιστορίας. Όταν ο μικρός πρίγκιπας συνάντησε τον συγγραφέα και του αφηγήθηκε την ιστορία του. Και όταν πέρασαν οι μέρες και ο πιλότος κατόρθωσε να επισκευάσει πια το αεροπλάνο του, ο μικρός πρίγκιπας του είπε πως είχε έρθει πια η ώρα για να επιστρέψει στον πλανήτη του. Θα άφηνε ένα φίδι να τον δαγκώσει μα αυτό δεν θα έπρεπε να στεναχωρήσει τον πιλότο. «Θα μοιάζω με πεθαμένος, μα δεν θα είναι αλήθεια», του είπε. Το δάγκωμα του φιδιού θα ήταν απλά το όχημα μέσω του οποίου θα ταξίδευε και θα γυρνούσε πάλι σπίτι του, στ’ αστέρια.

Βλέποντας όμως τον νεοαποκτηθέντα φίλο του στεναχωρημένο, ο μικρός πρίγκιπας του λέει πως θα βρίσκεται εκεί ψηλά και το κουδούνισμα των αστεριών θα απηχεί το γέλιο του. Μα καθώς το δικό του αστέρι θα είναι ένα ανάμεσα σε άπειρα άλλα και δε θα μπορεί να το ξεχωρίσει, τον παρακινεί να αγαπάει όλα τα αστέρια μαζί. «Καπού εκεί βρίσκεται και το δικό μου». Αγαπώντας όλα τα αστέρια, αγαπάς και το δικό μου μαζί.

Και έτσι ο μικρός πρίγκιπας «έπεσε μαλακά, όπως πέφτει ένα δέντρο».

Έναν χρόνο μετά θα έπεφτε και ο δημιουργός του. Ο Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ εξαφανίστηκε κατά τη διάρκεια μιας πτήσης του πάνω απ’ τη Μεσόγειο, κατά τη διάρκεια του Ιουλίου του 1944. Κανένα σήμα ζωής δεν έδωσε ξανά. Μα θα άφηνε πίσω του μια πολύ μεγάλη κληρονομιά, το τραγούδι της οποίας θα αντηχεί για πάντα.

Ήταν το τραγούδι των αστεριών – είναι το γέλιο του Μικρού Πρίγκιπα, ο οποίος σίγουρα βρήκε έναν ακόμα συγκάτοικο, εκεί στον πλανήτη του ψηλά.

Εικονογράφηση του Μικρού Πρίγκιπα από το Φονικό Κουνέλι

artwork © το φονικό κουνέλι

Tags: , , , , , , , ,

15 Responses

  1. Καλή χρόνιά σου Κούνελέ μου! Τι αφιερωματάρα έκανες πάλι; Αυτό το βιβλιαράκι σε ανατριχιάζει γιατι βλέπεις πώς ένας άνθρωπος που έχει ζήσει τη φρίκη του πολέμου επιλέγει τελικά στη ζωή του να μην αφήσει τον εφιάλτη να λιμνάσει μέσα του. Και είναι τόσο παράξενη η διαπίστωση πως οι άνρθωποι που έχουν ζήσει σκληρές καταστάσεις και βγαίνουν νικητές μέσα από αυτές καλλιεργούν μια πολύ όμορφη παιδική ψυχή μέσα τους. Ίσως πάλι να συμβαίνει και το αντίθετο, η παιδική ψυχή τους να τους βγάζει από τα σκοτάδια. Όπως και να χει τους όμορφους παραμυθάδες πρέπει να τους έχουμε εικόνισμα στην καρδιά μας! Πολλά φιλιά!!

  2. Giannis Pit says:

    Καλή χρονιά φίλε και πάλι. Και να σκεφτείς δεν το έχω διαβάσει το βιβλίο…..! παράπτωμα μεγάλο……! θα προσπαθήσω να καλύψω το κενό.
    Καλό βράδυ φίλε

    • Ευτυχώς, Γιάννη, πρόκειται για "παράπτωμα" που διορθώνεται πολύ εύκολα – το βιβλίο διαβάζεται πάρα πολύ εύκολα και γρήγορα! Προτείνω λοιπόν μεταξύ των βιβλίων που θα διαβάσεις μέσα στη χρονιά να είναι και το μικρό αυτό διαμάντι.

      Για άλλη μια φορά, καλή χρονιά!

  3. Pippi says:

    Τι τρυφερή ανάρτηση! Με έκανες να θέλω να ξαναδιαβάσω τον μικρό πρίγκηπα. Το σκίτσο με το καπέλο ή με τον βόα που κατάπιε έναν ελέφαντα μου θυμίζει έναν άλλο μικρό πρίγκηπα, έναν ξαδερφούλη μου. Όποτε ερχόταν στο σπίτι μας με τον αδερφό του, εγώ τους έδειχνα εικόνες με ζώα, που τους άρεσαν πολύ, και τους ζωγράφιζα σπιτάκια και δεντράκια και λουλουδάκια. Μια φορά, λοιπόν, που ήρθαν στο σπίτι, ακολούθησα την συνηθισμένη τελετουργία, αλλά για αλλαγή τους ζήτησα να μου ζωγραφίσουν κάτι και εκείνοι. Ο ξαδερφούλης μου (πρέπει να ήταν τριών-τεσσάρων τότε) έπεσε κυριολεκτικά με τα μούτρα στο χαρτί και ζωγράφιζε, ζωγράφιζε… Μάταια προσπάθησα να δω τι έφτιαχνε, καθώς έβαζε μπροστά το χέρι του και το έκρυβε για να μην το δω μέχρι να το τελειώσει. Και κάποια στιγμή, το τελείωσε και έγινε η αποκάλυψη: μία τελεία, ή ένας μικροσκοπικός κύκλος σαν τελεία, που όμως δεν ήταν και τέλειος, κάπου ξέφευγε η καμπύλη και έκανε μερικές μύτες, και η γραμμή δεν έκλεινε ακριβώς, αλλά έμενε και μια μικροσκοπική ακρούλα ξέμπαρκη… πάντως έμοιαζε με τελεία, την αμαρτία μου τη λέω. "Τι είναι αυτό;", τον ρώτησα. "Μία νταλίκα", μου απάντησε. Εκείνη την εποχή ήθελε να γίνει νταλικέρης.
    Τώρα είναι κοτζάμ μαντράχαλος. Όσες φορές έχει τύχει να του αναφέρω αυτήν την ιστορία, πάντα χαμογελάει.
    Τώρα που το σκέφτομαι, ένα κουνελάκι, ακόμα και φονικό, θα ταίριαζε πολύ στο σύμπαν του μικρού Πρίγκηπα…

    • Χαχαχαχα! Ρε τον μικρό με την τελ – εννοώ, την νταλίκα! Φοβερό το περιστατικό και σ' ευχαριστώ πολύ που το μοιράστηκες μαζί μας. Ταιριάζει απόλυτα με την ιστορία του συγγραφέα, με το καπέλο και τον βόα… Να' σαι καλά Pippi. Σου στέλνω τους χαιρετισμούς μου :)))

  4. Κούνελέ μου, για μια ακόμα φορά μού έφτιαξες τη νύχτα!
    Υπέροχη η παρουσίαση ενός από τα πιο αγαπημένα μου βιβλία. Από τα λίγα εκείνα που τα χαίρεται περισσότερο κανείς όταν μεγαλώσει.
    Καλή και δημιουργική χρονιά. Να βλέπεις τα πάντα με την ίδια αθώα ματιά και να πραγματοποιήσεις τα όνειρά σου.

    • Καλή χρονιά αγαπητέ μου Λωτοφάγε, σε σένα και όσους αγαπάς! Πολύ χαίρομαι που απόλαυσες την ανάρτηση – και ασφαλώς ισχύει πως βιβλία σαν αυτό τα απολαμβάνει κανείς περισσότερο όταν μεγαλώνει. 😉

  5. airis says:

    Σε λατρεύω! Στο έχω πει;;;;;;
    Είναι το αγαπημένο μου βιβλίο!
    Το έχω διαβάσει αμέτρητες φορές και το ξαναδιαβάζω συχνά!
    Πρώτη φορά στην α γυμνασίου εγώ!
    Το επέλεξα και το διαβάζαμε με μια εξαιρετική μου μαθήτρια της δευτέρα δημοτικού και σε πληροφορώ τα κατανοούσε ΟΛΑ!
    Υπέροχη ανάρτηση ! Συγκινήθηκα. τη ρούφηξα και θα έρθω πάλι ( γιατί περιμένω 2 παιδάκια σε λίγα λεπτά!)
    Φιλιά πολλά φονικοκούνελε μου! Αποτελείωσε μας! Μην μας λυπάσαι ☺

    • airis says:

      (πριν το διαβάσουμε με τη μαθήτρια μου , της είχα δείξει το σκίτσο και την είχα ρωτήσει τι είναι αυτό!
      "Ένα φίδι που κάτι έχει καταπιεί " η απάντηση της! Τότε ήμουν σίγουρη για την επιλογή μου!
      Η μαμά της μου την είχε εμπιστευτεί δύο καλοκαίρια καθώς ήξερε ότι είχε να κάνει με ένα εξαιρετικό μυαλό!

    • Ξεφτέρι η μικρή ε… Τους βάζει κάτω όλους!

      Ευχαριστώ πολύ Αριστέα. Πραγματικά χαίρομαι που απόλαυσες το κείμενο και ακόμα περισσότερο, με χαροποιεί που το μοιράζεσαι με τις μαθήτριες σου – είναι από εκείνα τα έργα που πρέπει να τα μοιραζόμαστε, πραγματικά. Είσαι άξια δασκάλα! Πολλά φιλιά

  6. Δεν το εχω διαβασει κ ομολογω πως ντρεπομαι λιγο…. Απο το αφιερωμα σου ομως νιωθω πως πρεπει να βρω το χρονο και να το διαβασω στα παιδια μου! Thnx again!

  7. Ανώνυμος says:

    Ω! Μα είναι το ένα από τα δύο πιο αγαπημένα μου βιβλία!
    Το έχω χιλιοδιαβάσει και ακόμα συνεχίζω να το διαβάζω!
    Λειτουργεί καθησυχαστικά στον ψυχισμό μου! Μάλλον.
    Να σου πω κι ένα μυστικό: Έχω ένα μουσικό κουτί, που όταν το ανοίγεις ξεπετάγεται ο μικρός πρίγκιπας. Κι έχω κι ένα μολύβι, που επάνω του έχει ζωγραφισμένα το μικρό αγόρι, ένα μπαομπάμπ, την αλεπού και το τριαντάφυλλο! Πανευτυχής είμαι!
    Καλό βράδυ φονικό κουνέλι!

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *