Βάλτε να Πιούμε… όπως παλιά

Enter the rabbit's lair...


Τα όνειρα που βυζάξαμε με της καρδιάς μας το αίμα
πέταξαν και χαθήκανε μες της ζωής το ρέμα.
Μα τάχα εμείς παντοτινά τ’ άφταστα θα ζητούμε;
Βάλτε να πιούμε…
Τα περασμένα σβήσανε, το τώρα δε θα μείνει.
Τροφή των χοίρων έγιναν και οι πιο λευκοί μας κρίνοι.
Μα τάχα πρέπει τους νεκρούς αιώνια να θρηνούμε;
Βάλτε να πιούμε…
Αδέλφια κάτω η βάρκα μας στο μόλο μας προσμένει.
Ελάτε οι ταξιδιάρηδες να πιούμε συναγμένοι.
Στο περιγιάλι το φαιδρό ας γλεντοτραγουδούμε.
Βάλτε να πιούμε…
Τάχατε κι όποιος δε μεθά κι όποιος δεν τραγουδήσει
κι όποιος στ’ αγκάθια περπατά μια μέρα δε θ’ αφήσει
τ’ αγαπημένο μας νησί που έτσι γερά πατούμε.
Βάλτε να πιούμε…
Πες μας που πάει ο άνθρωπος τον κόσμο σαν αφήνει;
Πες μας που πάει ο άνεμος, που πάει η φωτιά σαν
σβήνει;
Σκιές ονείρων είμαστε, σύννεφα που περνούμε.
Βάλτε να πιούμε…
Στο ξέχειλο ποτήρι μας είναι όλα εκεί γραμμένα.
Καπνοί `ναι τα μελλούμενα κι αφρός τα περασμένα.
Καπνός κι αφρός το γέλιο μας κι εμείς που τραγουδούμε.
Βάλτε να πιούμε…
Άκουσε δε βιαζόμαστε να φύγουμε βαρκάρη.
Μα σαν είναι ώρα γνέψε μας, δε σου ζητούμε χάρη.
Μα όσο να φύγεις πρόσμενε κι αν θέλεις σε κερνούμε.
Βάλτε να πιούμε…






Βάλτε να πιούμε. Κι ενώ τα
Διάφανα Κρίνα μας 
θύμισαν στιγμές απ’ τα παλιά, μεθώντας τον κόσμο με ποίηση
και νότες. Κι ενώ άναβαν φωτιές. Κι ενώ φαινόταν σαν να μην πέρασε μια μέρα. Κι
ενώ ο Αλκίνοος Ιωαννίδης, που ήταν ανάμεσα στους καλεσμένους της συναυλίας, μας
υπενθύμισε, η φωνή του μια καταγγελία, πως τα μέλη του συγκροτήματος εργάζονταν
για τρία ευρώ σε αμπέλια και
delivery… εργάζονταν για να μπορούμε να έχουμε αυτή τη
μουσική.
Κι ενώ
ο Θάνος Ανεστόπουλος μίλησε για τη «χώρα που μας διώχνει μακριά, μας κλωτσάει
σαν τα σκυλιά και τους πρόσφυγές της»…
Βάλτε να πιούμε. Και ήπιαμε.
Και μεθύσαμε στην υγεία του επανασυνδεδεμένου συγκροτήματος. Και ήταν εκεί ο
Γιάννης Αγγελάκας, ήταν οι
Last Drive. Και πλήθος κόσμου, παλαιότεροι – τους έβλεπες να
ξέρουν απέξω κάθε στίχο – και νεότεροι. Κορίτσια που λικνίζονταν, τυπάδες που
χτυπιόνταν. Συγκινημένοι. 
Με τον τρόπο τους, όλοι τους ευχαριστούσαν.
Και αφού τραγούδησε το «Βάλτε
να Πιούμε», θυμάμαι πως ο Θάνος είπε στο μικρόφωνο, τρεις φορές: «Ζωή. Ζωή. ΖΩΗ».
Και η γιορτή δεν σταματά
ποτέ.





Στο ξέχειλο ποτήρι μας είναι όλα εκεί γραμμένα.
Καπνοί `ναι τα μελλούμενα κι αφρός τα περασμένα.
Καπνός κι αφρός το γέλιο μας κι εμείς που τραγουδούμε.

Βάλτε να πιούμε…
ΥΓ – Τον Οκτώβρη με το καλό
επιστροφή στα εδώ λημέρια με πολλά όμορφα πράγματα. Όχι ακόμα όμως. Ακόμα
πίνουμε στην υγεία του καλοκαιριού που δεν τελειώνει.



Tags: , , ,

6 Responses

  1. Γλαύκη says:

    Υπέροχο μήνυμα για την ζωή…!!!
    Βάλε να πιούμε, Κούνελε, και σ' ακολουθώ…
    Ελπίζω να πέρασες όμορφα και αναμένουμε τα πολλά ενδιαφέροντα "σερβιρίσματά" σου!

    • Ο τελευταίος ενάμισι μήνας θα έλεγα πως μου προσέφερε ό,τι χρειαζόταν προκειμένου να εμπλουτίσω με το κατάλληλο υλικό την Κουνελοχώρα τον χειμώνα… περισσότερα από Οκτώβρη! Τους χαιρετισμούς μου Γλαύκη και θα τα πούμε πάλι σύντομα.

  2. Roadartist says:

    Ε ναι. Αυτό δε στο είχα πει….μια από τις επιπτώσεις της θερινής αποχής από το blogging, είναι ότι μπορεί να συνηθίσεις 😉 και η μετέπειτα επιστροφή γίνεται πιο δύσκολη… :))) Περιμένουμε τις νέες εμπνευσμένες αναρτήσεις, της νέας σεζόν! Να περνάς πολύ όμορφα.

    • Η αλήθεια είναι πως τον καιρό αυτό ετοιμάζω υλικό! Πολύ υλικό… και είναι κι αυτός ένας ακόμα λόγος της αποχής… πέραν ασφαλώς της ωραίας συνήθειας που ανέφερες! Τα λέμε σύντομα Road Artist. 😉

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *