O Υποχόνδριος. Ένα λογοτεχνικό απόσπασμα και κάποιες σκέψεις

Enter the rabbit's lair...

Ο Υποχόνδριος... ένα απόσπασμα από το βιβλίο "Τρεις σε μια Βάρκα" του Τζέρομ Τζέρομ και κάποιες σχετικές σκέψεις - από το Φονικό Κουνέλι

«Πράγμα πολύ παράξενο, μα δεν μπορώ να διαβάσω μια φαρμακευτική ρεκλάμα χωρίς να συμπεράνω πως πάσχω από την εν λόγω ασθένεια και μάλιστα κάτω απ’ τη χειρότερή της μορφή. Η διάγνωση μου φαίνεται, κάθε φορά, να ταιριάζει ακριβώς με όλα τα συμπτώματα που αισθάνομαι.

Θυμάμαι κάποια μέρα που είχα πάει στο Βρετανικό Μουσείο για να διαβάσω τις λεπτομέρειες μιας ελαφριάς αδιαθεσίας που με βασάνιζε… κάποιο συνάχι, υποθέτω. Μου έφεραν τον τόμο και διάβασα όλα το άρθρο που είχα έρθει για να συμβουλευτώ. Έπειτα, έτσι για να περάσω την ώρα μου, άρχισα να το ξεφυλλίζω και να ρίχνω ματιές στη μια αρρώστια μετά την άλλη. Δεν ξέρω πια από που άρχισα, — ήταν κάποια τρομερή και καταστροφική μάστιγα,— μα προτού διαβάσω τα μισά απ’ τα «προειδοποιητικά συμπτώματα», ήμουνα πεπεισμένος πως την είχα αρπάξει.

Στην αρχή έμεινα παγωμένος από φρίκη. Έπειτα, στην εγκατάλειψη της απελπισίας, ξανάρχισα να γυρίζω τα φύλλα. Έφτασα στον τύφο, διάβασα τα συμπτώματα, ανακάλυψα πως είχα τύφο και πως έπασχα από καιρό χωρίς να το έχω καταλάβει, αναρωτήθηκα τί άλλο μπορούσα να έχω, έφτασα στη χολέρα, — και διαπίστωσα, όπως το περίμενα, πως έπασχα κι απ’ αυτήν. Η περίπτωσή μου άρχιζε να γίνεται πολύ ενδιαφέρουσα. Αποφάσισα να ξεκαθαρίσω τα πράγματα και ξανάρχισα απ’ την αρχή, κατ’ αλφαβητική σειρά, διάβασα το άρθρο για την αλωπεκίαση κι έμαθα πως την είχα κι αυτήν και πως η κρισιμότερη περίοδος θ’ άρχιζε σε δεκαπέντε μέρες. Τη χολέρα, την είχα, με σοβαρές περιπλοκές• κι όσο για τη διφθερίτιδα, θα ‘πρεπε να την σέρνω μαζί μου εκ γενετής. Εξέτασα προσεχτικά τα γράμματα του αλφαβήτου απ’ την αρχή ως το τέλος και, τελειώνοντας, η μόνη αρρώστια που δεν είχα ήταν η «υδράρθρωση της καμαριέρας».

Στην αρχή, ένιωσα προσβλημένος. Γιατί να μην πάσχω κι απ’ αυτή την «υδράρθρωση της καμαριέρας»; Γιατί αυτή η αδικία; Όμως, σιγά-σιγά, κατάφερα να πνίξω την αγανάκτησή μου. Σκέφτηκα πως είχα ήδη όλες τις άλλες ασθένειες που γνώριζε η φαρμακολογία και, προσπαθώντας να είμαι λιγότερο εγωιστής, έπαψα να συλλογίζομαι την «υδράρθρωση της καμαριέρας». Είχα τη σοβαρότερη μορφή της αρθρίτιδας και η ψώρα, που την είχα κολλήσει από τότε που ήμουνα έφηβος, δε θ’ άρχιζε να εκδηλωθεί. Καθώς η ψώρα ήταν η τελευταία ασθένεια του βιβλίου, έβγαλα το συμπέρασμα πως δεν είχα τίποτ’ άλλο.

Έμεινα για λίγο σκεφτικός. Τί ενδιαφέρουσα περίπτωση που ήμουνα, από ιατρικής απόψεως! Τι απόκτημα για το πανεπιστήμιο! Αν είχαν εμένα, οι φοιτητές, δε θα χρειάζονταν να τριγυρνάνε στα νοσοκομεία! Μόνος μου ήμουνα ένα ολόκληρο νοσοκομείο! Θα τους αρκούσε να μου κάνουν μια γενική εξέταση κι έπειτα θα ‘παιρναν οπωσδήποτε το πτυχίο τους!

Στη συνέχεια, αναρωτήθηκα πόσο καιρός μου απόμενε να ζήσω. Προσπαθούσα να εξεταστώ μόνος μου. Έπιασα το σφυγμό μου. Στην αρχή δεν κατάφερα να τον βρω. Έπειτα, ξαφνικά, πήρε μπροστά. Έβαλα το ρολόι μου και χρονομέτρησα τους παλμούς του. Βρήκα εκατόν σαράντα εφτά το λεπτό. Έπειτα, προσπάθησα να κάνω το ίδιο και με τους παλμούς της καρδιάς μου. Αδύνατο να διακρίνω τούς χτύπους της. Είχε σταματήσει. Φυσικά, κάπου θα ήταν και θα χτυπούσε, μα δεν ήμουνα σίγουρος. Άρχισα να ψάχνω όλο το μπροστινό μέρος του κορμιού μου, απ’ τη μέση ως το κεφάλι, προχώρησα λίγο προς τα πλάγια κι έφτασα σχεδόν ως την πλάτη. Η καρδιά μου δε βρισκόταν πουθενά. Προσπάθησα να δω τη γλώσσα μου. Την έβγαλα όσο περισσότερο μπορούσα, κι έκλεισα το ένα μου μάτι για να μπορέσω να τη δω με το άλλο. Είδα μόνο την άκρη της, και το μόνο που κέρδισα ήταν να πειστώ ακόμη περισσότερο πως είχα σκαρλατίνα.

Μπαίνοντας σ’ αυτό το αναγνωστήριο, ήμουνα ένας άνθρωπος ευτυχισμένος και γεμάτος υγεία. Βγήκα διπλωμένος στα δυο και σε αξιοθρήνητη κατάσταση.

Πήγα κατευθείαν στο γιατρό μου. Είναι ένας παλιός μου φίλος που μου πιάνει το σφυγμό, κοιτάζει τη γλώσσα μου και μου μιλάει για τον καιρό, όλα δωρεάν, φυσικά, κάθε φορά που φαντάζομαι πως είμαι άρρωστος. Σκέφτηκα πως η επίσκεψή μου αυτή θα του ερχόταν σαν αληθινό δώρο. «Αυτό που χρειάζεται ένας γιατρός», είπα μέσα μου, «είναι η πρακτική, θα του προσφέρω τον εαυτό μου. Κι από μένα θα μάθει όσα δε θα του πρόσφεραν όλοι οι ασθενείς του μαζί».

Χτύπησα περήφανος την πόρτα του και κείνος, βλέποντας με, μου είπε:

— Λοιπόν, τί έχεις;

Του απάντησα:

— Δε θα σ’ αφήσω να χάσεις τον καιρό σου, αγαπητέ μου, αρχίζοντάς να σου απαριθμώ τα όσα έχω. Η ζωή είναι μικρή και κινδυνεύεις να μην προλάβεις να τ’ ακούσεις όλα. Γι’ αυτό θα σου πω τι δεν έχω. Δεν έχω την «υδράρθρωση της καμαριέρας». Το γιατί δεν την έχω, δεν μπορώ να στο εξηγήσω.  Όλα τ’ άλλα, εκτός απ’ αυτό βρίσκονται πάνω μου και μέσα μου.

Και του διηγήθηκα με κάθε λεπτομέρεια πώς είχα φτάσει σ’ αυτό το συμπέρασμα.

Μου είπε να βγάλω τη γλώσσα μου, της έριξα μια ματιά, έπιασε το σφυγμό μου, κι έπειτα με χτύπησε στο στήθος τη στιγμή που δεν τον περίμενα καθόλου, — αυτό το ονομάζω μπαμπεσιά— κι αμέσως μετά κόλλησε σ’ αυτό το αυτί του. Τέλος, κάθισε στην πολυθρόνα του, έγραψε μια συνταγή και μου την έδωσε. Την έβαλα στην τσέπη μου κι έφυγα.

Δεν την άνοιξα. Πήγα ίσια στο φαρμακοποιό και του την έδωσα. Τη διάβασε, και μου την επέστρεψε λέγοντας, πως δεν είχε όσα έγραφε. Τον ρώτησα:

— Είστε ή δεν είστε φαρμακοποιός; Μου απάντησε:

— Πραγματικά, είμαι, θα μπορούσα να σας ικανοποιήσω αν είχα κατάστημα γενικού εμπορίου, αλλά σαν φαρμακοποιός, μου είναι αδύνατο να σας εξυπηρετήσω.

Τότε, διάβασα και γω τη συνταγή:

“Ένα κιλό μπιφτέκια, και ένα μπουκάλι μπύρα κάθε έξη ώρες.

“Ένας περίπατος δεκαπέντε χιλιομέτρων κάθε πρωί.

“Ένας γερός ύπνος την ήμερα, από τις έντεκα το βράδυ.

Και μη γεμίζεις το κεφάλι σου με πράγματα που δεν καταλαβαίνεις.»

Ακολούθησα τις οδηγίες του, με το ευτυχές αποτέλεσμα — κατά τη γνώμη μου, πάντα — να σώσω τη ζωή μου, που κρατάει ακόμη.»

Ο υποχόνδριος και η ιατρικοποίηση. Κάποιες σκέψεις

Το απόσπασμα που διαβάσατε δεν είναι άλλο από την εισαγωγή του απολαυστικού μυθιστορήματος “Three Men In A Boat” [Τρεις σε μια Βάρκα] του Βρετανού Jerome K. Jerome. Ο υποχόνδριος της αφήγησής μας δεν είναι άλλος από τον ίδιο τον συγγραφέα, όπως παρατηρεί τα υποτιθέμενα «συμπτώματά» του και αισθάνεται πως πλησιάζει το τέλος του κόσμου!

Για όσους δεν γνωρίζουν, το “Three Men In A Boat” χρονολογείται από το 1889. Κι αν το περιεχόμενο της αφήγησης δεν μαρτυρά καμία απολύτως ένδειξη της παλαιότητάς του, ο λόγος έγκειται στο βαθιά διαχρονικό του χιούμορ – τέτοιο που έχει καταστήσει το βιβλίο ως ένα από τα ορόσημα της χιουμοριστικής λογοτεχνίας. Δεν είναι τυχαίο που σημείωσε πελώρια επιτυχία κατά τη δημοσίευσή του, όπως δεν είναι τυχαίο που φιγουράρει και σήμερα σε περίοπτη θέση ποικίλων δημοσιεύσεων σε λίστες με τα αγαπημένα βρετανικά μυθιστορήματα όλων των εποχών – παρά το γεγονός πως το βιβλίο δεν είναι εξ’ ολοκλήρου κωμικό ανάγνωσμα, ούτε ήταν η πρόθεση του συγγραφέα να δημιουργήσει κάτι κατεξοχήν χιουμοριστικό (περισσότερο ο συγγραφέας επιδίωκε να γράψει έναν τουριστικό οδηγό για τα διάφορα αξιοθέατα γύρω από τον Τάμεση!). Παρά τα σοβαρά περάσματά του όμως, ήταν το χιούμορ του εκείνο που ξεχώρισε και κατέστησε το βιβλίο αγαπητό στα πλήθη. Όσοι έχουν διαβάσει άλλα έργα του συγγραφέα με το πανομοιότυπο όνομα και επίθετο (Τζερόμ Τζερόμ, σα να λέμε Γιάννης Γιάννης) ξέρουν πως το χιούμορ συνιστά ακρογωνιαίο λίθο της γραφής του – και δεν είναι εύκολο να γελάσεις διαβάζοντας ένα βιβλίο, όπως πιθανό γνωρίζετε.

Παρά το γεγονός πως το κύριο θέμα του βιβλίου είναι το ταξίδι δύο εβδομάδων του συγγραφέα (παρέα με δυο φίλους του κι έναν σκύλο) στον Τάμεση, για σήμερα επέλεξα να μοιραστώ μαζί σας μόνο την εισαγωγή – περισσότερο για να πάρουμε μια γεύση της χιουμοριστικής του διάθεσης, όσο και γιατί βρίσκω πως το θέμα της είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον για ανάπτυξη. Αλήθεια, ποιος κατορθώνει να μην είναι έστω και λίγο υποχόνδριος ειδικά στην εποχή μας! Μπορεί να αισθάνεσαι τέλεια, να απολαμβάνεις κάθε λεπτό της καθημερινότητάς σου… μα μια μικρή ενόχληση, ή κάποια αρνητική σκέψη ίσως σε ωθήσουν να διερευνήσεις τις πιθανές πηγές τους. Και αλίμονο αν δεν γνωρίζεις που χρειάζεται να ψάξεις! Ανοίγεις ένα παράθυρο στον κόσμο και μεμιάς ξεχύνονται μέσα κύματα πανικού! Ένα λάθος κλικ στο διαδίκτυο, μια λάθος επιλογή στην εγκυκλοπαίδεια με τα ιατρικά ζητήματα, η παρακολούθηση μιας αμφιβόλου επιστημονικής εγκυρότητας τηλεοπτικής εκπομπής, ή μια κακή συμβουλή από κάποιον «φίλο που ξέρει»… και αυτό ήταν, νιώθεις άρρωστος, νιώθεις κομμάτια, νιώθεις τελειωμένος!

A hypochondriac surrounded by doleful spectres. Coloured etching by T. Rowlandson after J. Dunthorne, 1788.

Coloured etching by T. Rowlandson after J. Dunthorne, 1788

Προσοχή, δεν αναφέρομαι μόνο σε σωματικά/οργανικά προβλήματα, με τα οποία συνήθως ταυτίζουμε τους υποχόνδριους… μα και σε προβλήματα ψυχολογικού ή ψυχοσωματικού τύπου. Μπορεί να πετάξεις ένα εξάνθημα και αμέσως πανικοβάλλεσαι πως κόλλησες κάτι που δεν έπρεπε. Μπορεί όμως και να περνάς μια στενάχωρη φάση και να σκέφτεσαι πως έχεις «κατάθλιψη». Μπορεί να έχεις ταχυπαλμία και να σε πιάνει κρίση πανικού. Μπορούμε εξάλλου να επεκτείνουμε αυτές τις σκέψεις και στο επίπεδο της «ομαλότητας». Κάποιος μπορεί να νιώθει πως είναι «προβληματικός» ακόμα και αν κάνει σκέψεις που «δεν έπρεπε να κάνει» ή αν παρατηρεί μέσα του πτυχές που συγκρούονται με την πρέπουσα ηθική ή τις κατηγορικές κοινωνικές προσταγές. Εν τέλει εκείνο που αναζητεί απεγνωσμένα είναι η αίσθηση της σιγουριάς που μόνο ένας «ειδικός» μπορεί να του διασφαλίσει. «Έχω πρόβλημα, γιατρέ; Και αν ναι, σε τι βαθμό;»

Το χειρότερο είναι πως – ενίοτε – ακόμα και η επίσκεψη στον γιατρό (σε συγκεκριμένους γιατρούς) μπορεί να σε κάνει να αισθάνεσαι έτσι: άρρωστος, αδύναμος, προβληματικός.

Ασφαλώς υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες όντως υπάρχει πρόβλημα, όπως ασφαλώς υπάρχει και ασθένεια. Μα η ευκολία με την οποία η εποχή μας βιάζεται να κολλήσει ταμπέλες κι ετικέτες, αριστερά και δεξιά, σε ωθεί στον ακόλουθο προβληματισμό: είναι λύση η επικόλληση άλλης μιας ταμπέλας, «θεραπευτικού» τύπου αυτή τη φορά, τέτοια που να κάνει τον άνθρωπο να αισθάνεσαι συνέχεια πως χρίζει θεραπείας;

Αναφέρομαι στο φαινόμενο της «ιατρικοποίησης»  (ή, μεταβαίνοντας στο ψυχολογικό επίπεδο, της «ψυχιατρικοποίησης») που τόσο χαρακτηρίζει τους καιρούς μας. H τάση να μετατρέπονται τα πάντα σε δυνάμει ιατρικά – ή ψυχιατρικά – φαινόμενα. Κάποτε πίσω από κάθε ανθρώπινη συμπεριφορά δέσποζε η θρησκεία και η κυρίαρχη ηθική – και ασφαλώς το κλειδί της σωτηρίας βρισκόταν στους παπάδες. Τη θέση τους τώρα έχουν πάρει οι γιατροί. Υγεία, υγεία, υγεία, ακούμε να λένε παντού, λέμε κι εμείς το ίδιο – και ασφαλώς η υγεία συνιστά το βάθρο της ζωής μας. Είναι όμως «υγιεινό» να ασχολούμαστε διαρκώς με την υγεία, σε βαθμό εμμονής; Είναι η μόνιμη ανησυχία ένδειξη υγιούς ζωής; Ποιος ορίζει αυτή την τέλεια «ομαλότητα» λοιπόν, αν όχι εσύ ο ίδιος, και ποια είναι τα κριτήριά της;

Νομίζω πως ο καλύτερος γιατρός ξέρει πως η υγεία συνιστά όχι μόνο οργανικό, μα και ψυχολογικό ζήτημα. Και πως κάθε άνθρωπος διαφέρει από τον άλλο – δεν είναι νούμερα σε μια λίστα ή κατηγορίες σε κάποιο επιστημονικό εγχειρίδιο. Σαν τον γιατρό του αποσπάσματος του Τζερόμ, αναγνωρίζει πως, ενίοτε, η ίδια η ζωή περιέχει μέσα της τις απαντήσεις της:

«Ένα κιλό μπιφτέκια, και ένα μπουκάλι μπύρα κάθε έξη ώρες.

“Ένας περίπατος δεκαπέντε χιλιομέτρων κάθε πρωί.

“Ένας γερός ύπνος την ήμερα, από τις έντεκα το βράδυ.

Και μη γεμίζεις το κεφάλι σου με πράγματα που δεν καταλαβαίνεις.»

Ναι, η υγεία είναι σπουδαίο πράγμα – δίχως αυτή δεν γίνεται τίποτα και το γνωρίζουμε καλά. Μα άλλο πράγμα η υγεία, και άλλο η εμμονή. Αν η ασθένεια συνεπάγεται τη βιολογική εξάρτηση και την αντίστοιχη αδυναμία που επιφέρει, αντίστοιχη εξάρτηση μπορεί να δημιουργήσουν οι ταμπέλες, οι ετικέτες και τα παιχνίδια του μυαλού.

Ίσως αυτή να είναι η μεγαλύτερη αρρώστια μας: η τάση να γεμίζουμε το κεφάλι μας με πράγματα που δεν εξυπηρετούν τίποτα άλλο, πέρα από το να μας κάνουν δυστυχισμένους. Και αυτή η τάση σήμερα είναι ασφαλώς μεγαλύτερη, απ’ ότι ήταν την εποχή του Τζέρομ.

Κλείνω με μια χιουμοριστική νότα (γιατί ο καλύτερος τρόπος να αντιμετωπίζουμε τέτοιες καταστάσεις είναι το χιούμορ, και ο Τζερόμ το ήξερε καλά): Το ακόλουθο εξώφυλλο «περιοδικού» που βλέπετε ανήκει στα «περιοδικά των μοντέρνων καιρών» που είχα δημιουργήσει προ λίγων χρόνων για το Blog, στο πλαίσιο αυτού εδώ του σατιρικού αφιερώματος. Ο τίτλος του περιοδικού είναι «ΜΙΚΡΟΒΙΟ». Όχι, δεν θα το βρείτε στα περίπτερα! Μα αμφιβάλλει κάποιος πως θα σημείωνε πελώρια επιτυχία αν κυκλοφορούσε σήμερα;

Σας αφήνω τώρα, γιατί ένιωσα μια ενόχληση στο στομάχι και θέλω να ερευνήσω τι έχω πάθει. Ελπίζω να μην είναι κάτι σοβαρό.

Το λογοτεχνικό απόσπασμα από το βιβλίο του Τζερόμ Τζερόμ “Τρεις σε μία Βάρκα”. Για το συνοδευτικό κείμενο και τον σχεδιασμό του περιοδικού, το Φονικό Κουνέλι, 2014-2018.

Το Μικρόβιο - ένα περιοδικό για υποχόνδριους από το Φονικό Κουνέλι

Tags: , , , , , ,

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *