Ερωτευμένος με μια Εταίρα… του Αλεξάνδρου Δουμά (υιού)

Enter the rabbit's lair...

Εικονογράφηση του Alphonse Mucha για την Κυρία με τις Καμέλιες του Αλέξανδρου Δουμά

Δύο αποσπάσματα από την «Κυρία με τις Καμέλιες» του Αλεξάνδρου Δουμά, υιού

«Τίποτα δεν ταιριάζει περισσότερο στη γυναίκα που αγαπάς, όσο ο γαλάζιος ουρανός, τα ονόματα των λουλουδιών, ο δροσερός αέρας, η αστραφτερή μοναξιά του αγρού ή του δάσους. Μ’ όση δύναμη κι αν αγαπάς μια γυναίκα, όση εμπιστοσύνη κι αν της έχεις, όση βεβαιότητα για το μέλλον και να σου δίνει το παρελθόν της, ζηλεύεις πάντα, λιγότερο ή περισσότερο. Αν υπήρξατε ερωτευμένος, κι ερωτευμένος στ’ αλήθεια, πρέπει να έχετε δοκιμάσει αυτή την ανάγκη ν’ απομονώσετε από τον κόσμο το πλάσμα που μέσα σ’ αυτό θέλετε να ζήσετε ολόκληρος. Φαίνεται ότι η γυναίκα που αγαπάς, όσο αδιάφορη κι αν είναι για ένα περιβάλλον, χάνει από το άρωμα και τη μοναδικότητά της όταν βρίσκεται ανάμεσα σε διάφορα πρόσωπα και πράγματα.

Όλα αυτά τα ένοιωθα πολύ περισσότερο από κάθε άλλον. Ο έρωτάς μου δεν ήταν ένας κοινός έρωτας. Ήμουν ερωτευμένος όσο μπορεί να είναι ένα κοινό πλάσμα, αλλά με τη Μαργαρίτα Γκωτιέ. Μπορούσα, δηλαδή, σε κάθε βήμα μου στο Παρίσι να σκουντήσω έναν άντρα που υπήρξε εραστής αυτής της γυναίκας ή που θα ήταν την επομένη.

Στην εξοχή, ανάμεσα σε ανθρώπους που ποτέ δεν τους είχαμε δει και που δεν νοιάζονταν για μας, μέσα στη φύση την καταστόλιστη με την άνοιξή της, σ’ αυτό το ετήσιο προσκύνημα, και μακριά από τον θόρυβο της πολιτείας, μπορούσα να προστατέψω τον έρωτά μου και ν’ αγαπώ χωρίς ενδοιασμούς και χωρίς φόβο. […]

Να σ’ αγαπήσει μια κοπέλα αγνή, να της μάθεις πρώτος εσύ αυτό το παρθένο μυστήριο του έρωτα, είναι βέβαια μεγάλη ευτυχία, αλλά και το απλούστερο πράγμα. Να κατακτήσεις μια καρδιά άμαθη στις επιθέσεις, είναι σα να μπαίνεις σε μια πόλη αφύλαχτη και χωρίς φρουρά. Η αγωγή, το αίσθημα του καθήκοντος και η οικογένεια είναι πολύ ισχυροί φρουροί, αλλά δεν υπάρχουν φρουροί τόσο άγρυπνοι που να μη τους ξεγελάει ένα δεκαεξάχρονο κορίτσι, στο οποίο η φύση, με τη φωνή του άντρα που αγαπάει, δίνει αυτές τις πρώτες ερωτικές συμβουλές, που είναι τόσο πιο φλογερές όσο πιο αγνές φαίνονται.

Όσο περισσότερο η νέα πιστεύει στο καλό, τόσο πιο εύκολα εγκαταλείπεται, αν όχι στον εραστή, τουλάχιστο στον έρωτα, γιατί καθώς δεν έχει δυσπιστία, είναι και χωρίς δύναμη• ν’ αγαπηθείς από αυτήν είναι θρίαμβος που θα μπορέσει να τον έχει, αν το θελήσει, κάθε άντρας είκοσι πέντε χρονών. Κι αυτό είναι τόσο αληθινό, ώστε βλέπετε πως περιβάλλουν τις νέες κοπέλες με επίβλεψη και φραγμούς. Τα μοναστήρια δεν έχουν τοίχους αρκετά ψηλούς, οι μητέρες τόσο απαραβίαστες κλειδαριές, η θρησκεία τόσο αδιάκοπες και βαριές υποχρεώσεις για να κλείσουν όλ’ αυτά τα χαριτωμένα πουλιά στο κλουβί χωρίς να ρίξουν σ’ αυτό ούτε ένα λουλούδι. Έτσι, επειδή οφείλουν να επιθυμούν τον κόσμο που τους κρύβουν, επειδή υποχρεώνονται να πιστεύουν ότι είναι γεμάτος προκλήσεις, επειδή αναγκάζονται ν’ ακούσουν την πρώτη φωνή που έρχεται, ανάμεσα από τα κάγκελα, να τους διηγηθεί μυστικά, νοιώθουν ότι πρέπει να ευχαριστήσουν αυτό το χέρι που σηκώνει πρώτο μια γωνιά από τον μυστηριώδη πέπλο.

Αλλά ν’ αγαπηθείς από μια εταίρα είναι μια νίκη πολύ και αλλιώτικα δύσκολη. Σ’ αυτές, το σώμα έφθειρε την ψυχή, οι αισθήσεις έκαψαν την καρδιά, η αμαρτία θωράκισε σκληρά τα αισθήματα. Τα λόγια που τους λες τα ξέρουν από πολύ καιρό, τα μέσα που χρησιμοποιείς τα γνωρίζουν καλά κι ακόμα έχουν πουλήσει τον έρωτα που εμπνέουν. Αγαπούν από επάγγελμα, κι όχι από έξαρση. Ο υπολογισμός τους τις προφυλάσσει πολύ πιο σίγουρα παρά μια παρθένα η μητέρα της ή το μοναστήρι.

Έτσι επινόησαν τη λέξη καπρίτσιο γι’ αυτούς τους δίχως συναλλαγή έρωτες που τους έχουν πότε πότε σαν ανάπαυση, σαν δικαιολογία και σαν παρηγοριά. Όμοια με τους τοκογλύφους που απογυμνώνουν χίλιους ανθρώπους και πιστεύουν ότι τα αντισταθμίζουν όλα αν δώσουν μια μέρα, χωρίς τόκο και απόδειξη, είκοσι φράγκα σε κάποιο φτωχό διάβολο που πεθαίνει από την πείνα.

Κι ύστερα, όταν ο Θεός επιτρέψει τον έρωτα σε μια εταίρα, ο έρωτας αυτός, που μοιάζει στην αρχή σα συγγνώμη, γίνεται γι’ αυτήν, σχεδόν πάντα, μια τιμωρία. Δεν υπάρχει συγχώρεση χωρίς μετάνοια. Όταν ένα πλάσμα που κατακρίνει τον εαυτό του για όλο του το παρελθόν, αισθάνεται ξαφνικά να είναι ερωτευμένο, βαθιά, ειλικρινά, ακατάσχετα, ενώ πίστευε ότι ποτέ δεν ήταν άξιο για κάτι τέτοιο, όταν ομολογεί αυτόν τον έρωτα, πόσο εξουσιάζεται από τον άντρα που αγάπησε! Πόσο δυνατός νοιώθει με το σκληρό αυτό δικαίωμα για να της πει: «Δεν νοιάζεσαι περισσότερο για τον έρωτα, παρά μόνο για το χρήμα».

*****************

Τα αποσπάσματα από το κλασικό έργο του Αλεξάνδρου Δουμά, υιού, «Η Κυρία με τις Καμέλιες» [Alexandre Dumas, fils, “La Dame aux Camélias”], το οποίο κυκλοφόρησε πρώτη φορά το 1848. Ένα βιβλίο που έμεινε ξακουστό από τις άφθονες θεατρικές και κινηματογραφικές μεταφορές του – στα αγγλικά αποδίδονται με τον τίτλο: “Camille”.

Το θέμα του βιβλίου, εν μέρει αυτοβιογραφικό, πραγματεύεται τον έρωτα ενός νεαρού αστού για μια πόρνη πολυτελείας – τη Μαργαρίτα Γκωτιέ. Δεν ήταν ούτε η πρώτη, ούτε η τελευταία φορά που η κλασική λογοτεχνία πραγματευόταν ένα αντίστοιχο θέμα. Μένοντας στη Γαλλία, είχε προηγηθεί ο Μπαλζάκ με το “Splendeurs et misères des courtisanes” του 1838-47 και έμελλε να ακολουθήσουν ο Ζορίς-Καρλ Υσμάν [Joris-Karl Huysmans] με το “Marthe” το 1876 και ο Εμίλ Ζολά με τη «Νανά» το 1880.

Ο Δουμάς προσέδωσε μια περισσότερο συναισθηματική, θα λέγαμε, οπτική ματιά στο θέμα. Ο έρωτας του πρωταγωνιστή με τη Μαργαρίτα Γκωτιέ είναι ένας εύθραυστος έρωτας, έτοιμος να ραγίσει στο παραμικρό. Η Μαργαρίτα απέχει όσο η μέρα με τη νύχτα από τη σκληροπυρηνική εικόνα της πόρνης που έμελλε να μας μεταδώσει 30 χρόνια μετά ο Ζολά. Είναι μια λεπτή και ασθενική φύση, μπλεγμένη μεταξύ εξιδανίκευσης και αλήθειας, φέροντας ακόμα τον απόηχο του Ρομαντισμού, ερωτεύσιμη μα αδύναμη να δραπετεύσει από μια πραγματικότητα που την παγιδεύει στους κόλπους της.

Η μετάφραση είναι του Α. Φραγκιά. Η εισαγωγική εικονογράφηση (που βλέπουμε σε δύο εκδοχές) ανήκει στον Alphonse Mucha και διαχέεται έντονα από το στυλ της Αρ Νουβό: βρισκόμαστε στο έτος 1896 και στον πρωταγωνιστικό ρόλο της «Κυρίας με τις Καμέλιες» δεν είναι άλλη από την περίφημη Σάρα Μπερνάρ. Η δεύτερη εικονογράφηση είναι του Emile Βerchmans και χρονολογείται από το 1900.

Για την ψηφιοποίηση των αποσπασμάτων και την παρουσίαση, το Φονικό Κουνέλι, Μάρτης του 19.

Tags: , , , , , , ,

One Response

  1. Giannis Pit says:

    Εκπληκτικά ατμοσφαιρική και ερωτική παρουσίαση Κούνελε ! Υπέροχα χρώματα ταιριαστά με το θέμα. Τον ρομαντισμό και αισθησιασμό του. Πόση δύναμη είχε εκείνη η παλιά λογοτεχνία αλήθεια.
    Νομίζω έχω πει τόσα πολλά για τα αφιερώματά σου που κάθε τι καινούργιο περιττεύει.
    Υπέροχο φίλε.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *